Σήμερα το πρωί ήταν για εμένα μία ημέρα από αυτές, τις οποίες δεν θέλεις να περάσεις δύο φορές στη ζωή σου. Αλλά αυτή είναι η ζωή και δεν υπάρχει κανένας καλύτερος τρόπος από το να αποδέχεσαι την πραγματικότητα και να συνεχίζεις να αγωνίζεσαι.
Ακριβώς σήμερα το πρωί λοιπόν στην Πλατεία των Υψηλών Αλωνίων συνάντησα εντελώς τυχαία τον έως τότε μόνο διαδικτυακό μου φίλο (τώρα και προσωπικό) τον οποίον θαύμαζα και σεβόμουν για το έργο του, τον Γιάννη Δημογιάννη.
Αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος είναι καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι αλλά γυρίζει απ΄άκρη σ΄ άκρη με το τρίκυκλο όχημα-ποδήλατο (λάθος έκφραση, διότι είναι χειροκίνητο) από μία εξαιρετικά επώδυνη ασθένεια για την οποία δεν ευθύνεται (σκλήρυνση κατά πλάκας), κατευθύνει ολόκληρη την ενέργειά του και μετατρέπει το φορτίο της ζωής του, το οποίο ΔΕΝ επέλεξε προς έναν σπουδαίο ανθρωπιστικό σκοπό. Χωρίς διαμαρτυρίες, χωρίς οργή εναντίον των άλλων, χωρίς φόβο και δειλία.
Αυτόν τον άνθρωπο είχα την χαρά και την τιμή να γνωρίσω και για άλλη μια φορά να εκφράσω τον θαυμασμό μου. Δεν θα γράψω περισσότερα. Γνωρίστε τον!
Τέλος πολύ θέλω να στρίψω τη μούρη και να φυτέψω στο χώμα με μια γροθιά μου καθ’ έναν (και τον εαυτό μου) όταν βλέπω ανθρώπους (και εμένα) να αντιμετωπίζουν ασήμαντα ουσιαστικά θέματα με σπουδή μεγατόνων.
Και να γράψω για άλλη μια φορά και κατάμουτρα να πω σε κάθε έναν λιπόψυχο ρίψασπι (στρατιώτη, ο οποίος ρίχνει την ασπίδα του, δηλαδή το βάζει στα πόδια από δειλία εκθέτοντας σε κίνδυνο τον συμπολεμιστή του, αφού η ασπίδα του ενός εκάλυπτε το σώμα του διπλανού του):
“Ρε μ@λ@κα@ δεν έχεις καμιά δικαιολογία. Προχώρα!”.