Πριν από κάποιες ημέρες άθελά μου κρυφάκουσα μία συζήτηση. Περίμενα σε ένα σημείο για ένα ραντεβού και για περίπου 10 λεπτά αναγκαστικά οι ήχοι έμπαιναν στα αυτιά μου. Δεν έκαναν οι συμμετέχοντες βέβαια και καμία προσπάθεια να αποκρυβεί η συζήτηση.
Τι μου έκανε εντύπωση;
Ένα σχετικά νέο άτομο χρησιμοποίησε μέσα στα δέκα αυτά λεπτά της αναμονής μου πολλές φορές το ρήμα “απαιτώ”. Ίσως και γι΄αυτό πρόσεξα τη συζήτηση, διότι έχω μία ευαισθησία στο άκουσμα αυτής της λέξης. Ήταν αυτή, η οποία ξεκίνησε την αλυσίδα του κρυφακούσματος.
Δεν έχω ιδέα φυσικά ούτε για το θέμα ούτε το εάν οι απαιτήσεις του είχαν βάση ή όχι. Απλώς μου έκανε εντύπωση η ευκολία χρήσης του ρήματος και η συχνότητά του.
Το να απαιτείς προϋποθέτει εξουσία είτε υπαρκτή είτε ανύπαρκτη. Εξουσία, η οποία ενδέχεται να δηλώνει εξαναγκασμό. Και ενέχει και απειλή, διότι εάν δεν ικανοποιηθεί η απαίτηση θα επακολουθήσουν συνέπειες. Δε σημαίνει ωστόσο πως δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως έκφραση δίκαιου αιτήματος (αλλά και πάλι με το συνεπακόλουθο συνεπειών).
Ένα πολύ δύσκολο ρήμα, το οποίο πρέπει να ισορροπεί στις… απαιτήσεις του. Και όσο περισσότερο χρησιμοποιείται σε μία συζήτηση τόσο αποδυναμώνεται.
Το… απαιτεί το ίδιο!