Όταν ήμουν στην Νέα Υόρκη και συνομιλώντας με πάρα πολλούς κατοίκους της ένα πράγμα μου είχε προξενήσει τεράστια έκπληξη και απορία… Δεν κοίταζαν… ψηλά! Ίσως σας φαίνεται παράξενο αυτό, αλλά εάν τους ρωτούσες ποιο ήταν το υψηλότερο κτίριο της διαδρομής, την οποία έκαναν χιλιάδες φορές στην ζωή τους δεν μπορούσαν σχεδόν ποτέ να σου απαντήσουν. Δεν αναφέρομαι σε κάποια ελάχιστα, πολύ σημαντικά κτίρια, τα οποία και αυτά όμως πρόσεχαν για μία και μοναδική φορά.
Ούτε καν μπορούσαν να περιγράψουν, μάλλον ποτέ δεν είχαν προσέξει επίσης τις “κορυφές” των ουρανοξυστών. Έμεναν πάντα με τις εικόνες των βιβλίων, τις πανοραμικές και από ψηλά και αυτό ήταν όλο. Ήταν απλά εικόνες και όχι μία πραγματικότητα.
Σίγουρα όμως γνώριζαν θαυμάσια για την κάθε πλάκα του πεζοδρομία στην οποία σκόνταφταν και κάθε κατάστημα, το οποίο συναντούσαν. Και κάθε διάβαση και κάθε στάση ή καλύτερα κάθε σκάλα, η οποία θα τους οδηγούσε στον υπόγειο σταθμό του τραίνου…
Όταν λοιπόν περπατώντας στις πανέμορφες στοές της πόλης μας -βλέπετε στην Πάτρα βρέχει τόσο συχνά, ώστε οι σοφοί πολεοδόμοι σκέφτηκαν πώς θα την διασχίζουν χωρίς σταγόνα να πέσει στο κεφάλι τους-, όταν λοιπόν περπατούσα κάτω από τις στοές σκέφτηκα πως θα έπρεπε να κοιτάζω εμπρός και ψηλά! Προσέξτε! Όχι με υπεροψία αλλά με σθένος. Και όσο δυσκόλευαν τα πράγματα στην ζωή μας, τόσο πιο αναγκαίο καθίστατο αυτό… Και τότε!
Voila!
Οι οροφές πολλών στοών, δηλαδή κοινόχρηστων ουσιαστικά χώρων ήταν διακοσμημένες. Το τονίζω αυτό, διότι ποιος θα σχεδίαζε σήμερα ένα πεζοδρόμιο; Και ακόμα περισσότερο, ποιος θα κοίταζε ψηλά την οροφή μίας στοάς;
Κι όμως! Ακριβώς αυτές οι στοές, συνέχεια των μεγαλοαστικών αρχοντικών ήταν διακοσμημένες. Διέθεταν τις περίτεχνες οροφογραφίες. Μην ξεγελιέστε! Άλλο πράγμα η τοιχογραφία, άλλο το σχέδιο των δαπέδων και άλλο η ζωγραφική της οροφής. Και ακόμα περισσότερο εντελώς άλλο η ζωγραφική μίας κοινόχρηστης οροφής!
Και το εκπληκτικότερο όλων; Ζωγραφισμένες οροφές κοινόχρηστων στοών, τις οποίες δεν θα τις έβλεπε πρακτικά κανένας! Διότι έχω πάμπολλες φορές ακούσει ιστορίες (βλέπετε δεν κατάγομαι από αυτήν την πόλη) πως πολλοί έλεγαν στα παιδιά τους:
“Δεν έχεις δικαίωμα να περπατάς κορδωτός και με ψηλά το κεφάλι. Δεν ανήκεις εκεί. Εσύ πρέπει να περπατάς ταπεινά και σκυφτός.”
Οι οροφογραφίες όμως ήταν εκεί και για όλους! Και όχι μόνον για την λάμψη του ιδιοκτήτη του αρχοντικού!
Αυτή ήταν μία αντίφαση, η οποία με είχε έντονα προβληματίσει. Ένα αρχιτεκτονικό κυριολεκτικά θρίλερ. Γιατί σχεδιάστηκαν; Γιατί υπήρχαν;
Πάμπολλα αρχοντικά κατεδαφίστηκαν, στοές με το νέο σχέδιο καταργήθηκαν, νέα άχαρα κτίρια υψώθηκαν αλλά αυτή τη φορά χωρίς οροφογραφίες· ένα απλό χρώμα και ουσιαστικά ένας ξεχασμένος “τόπος” στο σχέδιο μιας κοινής πολυκατοικίας. Ναι, ίσως τώρα να μην ίσχυε η προτροπή “ταπεινός και σκυφτός” και πλέον πολλοί περισσότεροι να μάθαιναν να περπατούν κορδωτοί και με το κεφάλι ψηλά, άλλα κάτι έλειπε πλέον, κάτι χάθηκε.
Σκέφτηκα πάρα πολλές φορές ποια θα μπορούσε να ήταν η λύση αυτού του μυστηρίου. Αυτής της αντίφασης και αυτής της λογικής. Νομίζω πως σαν σύγχρονος Πουαρώ την βρήκα. Και νομίζω πως η λύση του μυστηρίου είναι μακράν εκπληκτικότερη από το ίδιο το μυστήριο.
Οι οροφογραφίες στις οροφές των κοινόχρηστων στοών είχαν μια τεράστια δύναμη:
Ζωγράφιζαν τον Ουρανό!
Διακοσμούσαν και επέβαλαν μία αισιόδοξη και υπαρκτή άποψη του τι οφείλεις να προσδοκάς περπατώντας με το κεφάλι ψηλά και έχοντας όριο τον ουρανό. Ήταν το κίνητρο να σηκώσεις το κεφάλι και αυτό ίσως για τους πιο τολμηρούς να κοιτάξεις πολύ πιο πάνω από τα βήματά σου. Εκεί θα ήταν όμορφα. Αλλά έπρεπε να τολμήσεις.
Ακόμα και ο σκληρότερος και πλέον υπερόπτης ιδιοκτήτης του αρχοντικού, χωρίς καν να το συνειδητοποιούσε σε προκαλούσε και σε παρότρυνε: “Εάν θέλεις να με φτάσεις, κοίταξε ψηλά.”
Ο Ουρανός σχεδιάστηκε για εσένα και είναι εκεί με το μήνυμά του. Αυτές ήταν και είναι (όσες απέμειναν) οι οροφογραφίες της πόλης μας.
Σχεδίασε τον Ουρανό και το μέλλον σου! Είσαι ελεύθερος γι’ αυτό!