Τεύκρος Σακελλαρόπουλος – Conceptual Cinematography

Υπάρχει “Καλός” Ναζί;

Γράφω αυτό το άρθρο μετά το ζήτημα, το οποίο προέκυψε με μία σκηνή της νέας κινηματογραφικής ταινίας “Καλάβρυτα 1943”, η συγκεκριμένη μάλιστα έχει επιλεγεί και προβάλλεται επί 5 περίπου δευτερόλεπτα στο δίλεπτο διαφημιστικό trailer της εν λόγω ταινίας.

Στη σκηνή αυτή περιγράφεται πως ένας Αυστριακός στρατιώτης παρακούοντας τις εντολές των ανωτέρων του ανοίγει την πόρτα του Δημοτικού Σχολείου προκειμένου να διαφύγουν οι έγκλειστοι στο κτίριο, το οποίο οι ίδιοι (ναζί) πυρπόλησαν. Και βεβαίως δεν επρόκειτο ακριβώς για εγκλωβισμένους με τη θέλησή τους κατοίκους, αλλά για τον πληθυσμό της πόλης των Καλαβρύτων (γυναίκες, παιδιά και υπερηλίκους) τους οποίους οδήγησαν εκεί δια της βίας οι ναζί για να τους κάψουν. Τον υπόλοιπο ανδρικό πληθυσμό τον εκτέλεσαν στη λεγόμενη Ράχη του Καππή, διαπράττοντας άλλη μία θηριωδία στο ψηφιδωτό των αισχρών εγκλημάτων τους.

Η σκηνή αυτή, η οποία δεν τεκμηριώνεται από τους μάρτυρες των γεγονότων συμπεριελήφθη στην τελική κόπια της ταινίας. Δεν θα ασχοληθώ με τα πραγματικά γεγονότα, τα οποία γνωρίζουν από πρώτο χέρι οι απόγονοι των ανθρώπων, οι οποίοι τα έζησαν και φυσικά αυτοί θα τα εξηγήσουν πολύ καλύτερα από εμένα. Θα ασχοληθώ με ένα μόνο ερώτημα:

Υπήρχε (υπάρχει) “καλός” ναζί;

Αφού διευκρινίσω κάτι, το οποίο γνωρίζετε άριστα, πως απεχθάνομαι το ναζισμό μέχρι και το τελευταίο κύτταρό μου θα σας απαντήσω ξεκάθαρα· και όχι μόνον αυτό, αλλά θα επεκτείνω και την απάντηση στο εάν έπρεπε να συμπεριληφθεί αυτή η σκηνή στην ταινία, παρά τις επισημάνσεις των Καλαβρυτινών φορέων προς την παραγωγή περί του αντιθέτου.

Απόλυτο όχι! Καλός ναζί δεν μπορεί να υπάρχει. Είναι δύο εντελώς ασύμβατες έννοιες. Τελεία και παύλα. Δειλός ναζί όμως όχι μόνο θα μπορούσε να υπάρξει αλλά θεωρώ ότι οι δειλοί ήταν πολύ περισσότεροι από όσους νομίζουμε. Από τη στιγμή κατά την οποίαν εντάχθηκαν στον ναζισμό η δεδομένη δειλία τους μετατράπηκε σε δολοφονική τάση. Παραμένουν εν τω μεταξύ δειλοί και αμετανόητοι, διότι η παραδοχή απαιτεί θάρρος κάτι, το οποίο ποτέ δεν διέθεταν. Εγκληματίες ήταν και τίποτα άλλο.

“Καλός” στρατιώτης της Βέρμαχτ θα μπορούσε να υπάρξει, αλλά μην ξεχνάτε (το γράφω με μία δόση υπερβολής) πως στους πολέμους δεν πολεμούν άνθρωποι, αλλά στρατιώτες. Στη Βέρμαχτ, όπως και σε κάθε άλλον στρατό αντικατοπτρίζεται η ίδια η κοινωνία. Και πιστεύω πως παρά την τεράστια αποδοχή της ναζιστικής (ας την πούμε) ιδεολογίας θα υπήρχαν και αρκετοί, οι οποίοι δεν είχαν δυνατότητα να διαφύγουν. Νομίζω είναι λογικό αυτό.

Τώρα, το επόμενο ερώτημα – συνέπεια του προηγουμένου. Μπορείς να προβάλλεις σε μία ταινία μία δική σου άποψη;

Ναι μπορείς, αλλά να είναι ξεκάθαρα δική σου και να μην αφορά ιστορικά γεγονότα. Εάν οι συντελεστές επιθυμούν να καταδείξουν γεγονότα του πρόσφατου παρελθόντος δραματοποιώντας τα, οφείλουν να τα διασταυρώσουν με τον πλέον επιμελή τρόπο. Άλλωστε περνάμε στο στάδιο της μυθοπλασίας. Με εγκλήματα όμως πολέμου (και όχι μόνον) η μυθοπλασία δεν είναι σοφή επιλογή. Δεν “παίζεις” με τον θάνατο, τις μνήμες και την ιστορία.

Εν κατακλείδι:

Εάν οι συντελεστές ήθελαν να καταδείξουν πως ακόμα και στις σκοτεινότερες πτυχές ενός ανθρώπου υπάρχει μία στάλα καλού, τότε η επιλογή του θέματος θα έπρεπε να ήταν διαφορετική και όχι η Σφαγή των Καλαβρύτων. Εάν όμως ήθελαν να παρουσιάσουν τα γεγονότα με την κατά το δυνατόν ιστορική ακρίβεια θα έπρεπε να τα τεκμηριώσουν πλήρως, με όσα στοιχεία διαθέτουν.

Πραγματικά θα επιθυμούσα να υπήρχε μία αξιόπιστη μαρτυρία πως ένας Αυστριακός στρατιώτης άνοιξε την πόρτα διακινδυνεύοντας τη ζωή του. Θα ήταν μία ελπίδα. Και από ένα σημείωμα της παραγωγής για την ταινία, το οποίο διάβασα, φαίνεται (ή εικάζω αυθαίρετα εγώ) πως ενδεχομένως να είχαν κάτι τέτοιο στο νου τους.

Εάν όμως προσθέσεις ελπίδα εκεί όπου ΔΕΝ υπάρχει (ή υπήρχε) προκειμένου να ωραιοποιήσεις και να προκαλέσεις αισθήματα συμπάθειας για έναν ναζί ή διότι νομίζεις πως με αυτόν τον τρόπο -και εδώ αντιγράφω επακριβώς την τελευταία πρόταση του σημειώματος της παραγωγής-:

“Το καθαρτήριο αυτό ταξίδι μέσα από ένα σκοτεινό κεφάλαιο της ιστορίας θα καταλήξει στην αναγνώριση μιας αμοιβαίας ανάγκης: την αναζήτηση της ελπίδας”,

τότε έχεις διαπράξει ένα τεράστιο (τονίζω, τεράστιο) ατόπημα. Φοβάμαι πως η ταινία ακολουθεί αυτόν τον δρόμο…

Ίσως ενδιαφέρει και άλλους... (κοινοποιείστε)