Διάβασα κάποια άρθρα σχετικά με την επίστρωση – ανανέωση των διαδρόμων στον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως. Διάβασα και την απάντηση του Υπουργείου. Ούτε τα σχόλια είναι κατά τη γνώμη μου θετικά, διαπίστωσα μάλιστα και μία εμπάθεια (;) αλλά ούτε και η απάντηση του Υπουργείου εξηγεί σωστά τι συμβαίνει.
Σκέφτηκα πως δεν θα ασχοληθώ, διότι ούτε με τους πρώτους συμφωνώ, αλλά ούτε και εκπρόσωπος του Υπουργείου είμαι εκτός εάν λόγω της εμπειρίας μου θα μπορούσα να προσθέσω κάποια “γνώση” επί του θέματος.
Το ζήτημα της αντιμετώπισης των αρχαιολογικών χώρων και μνημείων είναι ένα –όπως συμβαίνει με όλα αυτού του είδους τα ζητήματα- τεράστιο, και από πλευράς απόψεων και θέσεων· και ΔΕΝ υπάρχει μία δεδομένη στάση. Επιστημονικά έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες. Και όλες έχουν ένα σκεπτικό, το οποίο έχει και βάση και λογική και είναι θέμα κατόπιν επιλογής.
Κάποιοι διατείνονται πως δεν πρέπει να υπάρχει καμμιά επέμβαση. Αυτό μπορεί να σημαίνει καμία επέμβαση και σε τυχούσα αναστήλωση. Παραμένει ως έχει. Άλλοι πάλι θεωρούν πως πρέπει να αποκατασταθεί πλήρως (κατά το δυνατόν). Κάποιοι πως πρέπει να παραμένει ο χώρος μη επισκέψιμος. Άλλοι πώς να επεμβαίνουμε για τη διευκόλυνση των επισκεπτών. Ένα πρόσφατο τραγικό γεγονός ανέδειξε με το χειρότερο τρόπο όλα αυτά τα ερωτήματα. Και αναφέρομαι στην καταστροφή με εκρηκτικά του ηλικίας 2,000 ετών ναού του Βήλου (Bel), του ιερού του Βάαλ Σαμίν και της Αψίδας του Θριάμβου, ενώ φαίνεται και πως το στρατόπεδο του Διοκλητιανού ισοπεδώθηκε (Παλμύρα). Οι τζιχαντιστές… οι εκτελεστές…
Και αναρωτιέται κανείς… Να προσπαθήσει να τα αναστηλώσει ή να τα αφήσει ως έχουν πλέον, ως αποδείξεις ενός θρησκευτικού φανατισμού ακόμα και τη σύγχρονη εποχή; Και μην θεωρείτε πως ο θρησκευτικός φανατισμός είναι “προνόμιο” μόνο του Ισλάμ. Μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες συνεχιζόταν ο ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ πόλεμος μεταξύ Άγγλων και Ιρλανδών.
Στην Ελλάδα έχουμε αποφασίσει και σίγουρα θα υπάρχουν και αντίθετες γνώμες, οι αρχαιολογικοί μας χώροι να είναι επισκέψιμοι. Θέλουμε να περπατήσουμε στην Ακρόπολη των Μυκηνών, θέλουμε να τρέξουμε στο Στάδιο της Ολυμπίας, θέλουμε να αγγίξουμε τους Ναούς των Δελφών κι ακόμα περισσότερο θέλουμε να δούμε την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα. Εγώ δεν πρόλαβα την είσοδο ΚΑΙ στον Παρθενώνα, διότι αν δεν κάνω λάθος επιτρεπόταν και αυτό στο παρελθόν. Και όπου επισκέψεις ίσον τουρισμός ίσον έσοδα. Και αφού επιτρέπεις τις επισκέψεις πρέπει να διευκολύνεις και την πρόσβαση. Και αφού διευκολύνεις την πρόσβαση αυτό πρέπει να το προσέξεις να ισχύει για ΟΛΟΥΣ. Και μέσα στους όλους είναι οι συνάνθρωποί μας σε αμαξίδιο.
Και το τεχνικό κομμάτι τώρα. Το σκυρόδεμα είναι ένα άκρως φιλικό και φυσικό υλικό. Είναι “επεξεργασμένη φύση”, όπως και η πελεκητή η πέτρα ή το μάρμαρο. Το ότι τσιμεντοποιήθηκαν οι πόλεις μας δεν σημαίνει πως ευθύνεται το οπλισμένο σκυρόδεμα. Η έλλειψη χώρων πρασίνου και η κακή πολιτική ευθύνονται. Όχι όμως το υλικό. Και επειδή προσωπικά το υλικό αυτό το εκτιμώ σε απεριόριστο βαθμό, διότι το έχω βιώσει σας διαβεβαιώ πως είναι το πλέον κατάλληλο για επιστρώσεις διαδρόμων υψηλής καταπόνησης. Αρκεί να υποστεί η επιφάνεια του μία συγκεκριμένη επεξεργασία, ώστε να διαρκέσει περισσότερο (όχι πως με τις δεκαετίες δεν θα φθαρεί). Και επίσης απομακρύνεται και πολύ εύκολα λόγω των ιδιοτήτων του και χωρίς να προκαλούνται ζημιές (εάν αυτό γίνει προσεκτικά – και γίνεται) στα παρακείμενα κτίσματα.
Εκείνο, το οποίο προφανώς δημιούργησε το όλο θέμα είναι η εμφάνιση του “φρέσκου” υλικού και το πάχος του σε κάποια σημεία προκειμένου να επιτευχθεί η σωστή κλίση. Είναι αλήθεια πως το διαστρωμένο σκυρόδεμα τις πρώτες ημέρες έχει μία κάπως γυαλιστερή επιφάνεια και πως ξενίζει το πάχος του (όταν το παρατηρήσεις, διότι σε λίγο ούτε και αυτό θα φαίνεται). Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όμως θα αποκτήσει την απαιτούμενη οπτική συνάφεια με το περιβάλλον του. Αυτός μάλιστα είναι και ένας λόγος για τον οποίον προτιμάται το τσιμέντο και όχι άλλα μικρότερης (ξύλο) ή μεγαλύτερης (μέταλλα) αντοχής. Το ξύλο είναι πιο φυσικό, αλλά δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις καταπονήσεις, ενώ το μέταλλο θα φάνταζε πραγματικά ξένο αν και ακόμα στην αρχαιότητα ήταν σε χρήση.
Δεν συμμερίζομαι καθόλου τις απόψεις περί τσιμεντοποίησης ενώ το Υπουργείο να βελτιώσει την επικοινωνιακή του πολιτική και να εξηγήσει τεκμηριωμένα τους λόγους, όπως νομίζω γίνεται σε αυτό το άρθρο. Και το κάνω… δωρεάν και χωρίς να μου το έχει ζητήσει!
Και μία σημείωση επειδή είδα φωτογραφίες με πέτρινες επιστρώσεις αντί τσιμέντου για περισσότερη φυσική εμφάνιση. Θα διαφωνήσω πλήρως εδώ. ΠΡΕΠΕΙ να διαχωρίζεται η κατασκευή του σήμερα και όχι να αποτελεί προσθήκη. Οι πέτρες πέραν του ότι λειαίνονται και δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της αποφασισμένης προσβασιμότητας σε λίγο χρόνο θα γίνουν ένα με το περιβάλλον. Ναι, αλλά ΔΕΝ τοποθετήθηκαν από τους αρχικούς κατασκευαστές. Οι διάδρομοι από τσιμέντο πρέπει να φαίνεται ξεκάθαρα πως είναι παρέμβαση του σύγχρονου ανθρώπου προκειμένου να διευκολύνει την επσκεψιμότητα σε όλους. Ισχύει προφανώς και για τους ανελκυστήρες! Τονίζεις την προσθήκη σκοπίμως, δεν την εντάσεις –προσοχή εδώ-. Εάν κλείσει ο χώρος για το κοινό, τότε να απομακρυνθούν γνωρίζοντας όλοι πως δεν υπήρχαν την εποχή της κατασκευής.
Παραθέτω κάποιες δικές μου φωτογραφίες από αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα. Στις λεζάντες τους επεξηγώ για την κάθε μία.
Σημείωση για μηχανικούς: υπάρχει κανονισμός σχετικά με τις προδιαγραφές όσον αφορά το σχεδιασμό διαδρόμων πρόσβασης για Α.Μ.Ε.Α. (κλίσεις, πλάτος, υλικό).
https://www.facebook.com/teucris/posts/4292609480757646
Διαβάστε επίσης: Περί Δημήτρη Πικιώνη