Τη Γαλλία δεν τη γνωρίζω. Την έχω επισκεφθεί, έχω μείνει ένα διάστημα στο Παρίσι, αλλά δεν θα έλεγα πως είναι στα δυνατά μου σημεία. Γαλλικά προσπάθησα να μάθω, αλλά δεν το κατάφερα, διότι δεν μου άρεσαν, αν και η ακουστική τους μου φαινόταν τόσο μελωδική.
Στο Παρίσι μου έκανε εντύπωση πόσο… κακοντυμένες ήσαν οι Γαλλίδες (προσωπική άποψη αυτή βεβαίως και δεν είμαι ο Κριστιάν Ντιόρ), αλλά και πώς μία Γαλλιδούλα περισυνέλλεξε έναν πολύ μελαχρινό και όχι τόσο Ευρωπαίο (για τον εαυτόν μου ομιλώ) χωρίς ίχνος δισταγμού. Είναι τόσο ρομαντικό μέσα σε ένα αστικό λεωφορείο, εκεί όπου κάποτε ορθονόταν η Βαστίλη να ερωτεύεσαι και να σε ερωτεύονται. Μου συνέβη και στο τραίνο στην Αίγυπτο, αλλά εκεί οι πολιτισμικές και θρησκευτικές διαφορές δύσκολα θα μπορούσαν να υπερισχύσουν (εντάξει σχεδόν). Αλλά η φύση είναι φύση.
Και τη Γαλλία την αγαπάμε διότι είναι… Γαλλία. Για τους διανοούμενούς της, κυρίως για τη Γαλλική Επανάσταση, κορυφαίο σταθμό στην παγκόσμια ιστορία), τους Αθλίους και τον Γιάννη Αγιάννη του Βίκτωρος Ουγκώ, τους…, τον… και δεν έχει τελειωμό ο κατάλογος.
Στενοχωριόμαστε βέβαια για το Βισύ και για την σκληρή αποικιοκρατία της, θυμόμαστε όμως και την μυθική αλλά και εξιδανικευμένη Λεγεώνα των Ξένων με την τραγική γλυκιά Σιγκαρέτ και τον Πεταλούδα (μία από τις πλέον αγαπημένες μου ταινίες).
Αλλά δεν μπορούμε να θριαμβολογούμε για το 58%. Και εάν δεν ήταν το συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα το 42% νομίζω πως θα επικρατούσε. Δεν πρόκειται για κάποια “νίκη”. Αντιθέτως! Ήττα κατά κράτος είναι, η οποία δημιουργεί μία ψευδαίσθηση.
Ενώ στη ζωή μου είμαι πάντοτε στην πλευρά της δράσης, στην πολιτική μου ανάλυση είμαι πάντα στην πλευρά των αποτελεσμάτων. Και σπανίως κατηγορώ στη δεύτερη περίπτωση εκείνον, ο οποίος έχει άδικο ή επιτίθεται, διότι είναι κάτι, το οποίο θεωρώ δεδομένο πως θα υπάρχει. Κατακρίνω πάντα εκείνους, οι οποίοι ΔΕΝ προέβλεψαν, ΔΕΝ απέτρεψαν, δεν αντελήφθησαν, ΔΕΝ έδρασαν, να προλάβουν μία τραγωδία.
Και το 42% ουσιαστικά της ακροδεξιάς στη Γαλλία αποτελεί μία τραγωδία… Μία ανεπίτρεπτη τραγωδία, η οποία ίσως στις επόμενες εκλογές να μετατραπεί σε θρίαμβο (καταλαβαίνετε για ποιους εννοώ).
Γιατί;
Ο φασισμός με το εξασφαλισμένο και προπληρωμένο εισιτήριο μίσους για τον τάφο φαίνεται να ανακάμπτει.
Γιατί;
Είναι άραγε τόσο ελκυστικό το αφήγημά του, ώστε να προσελκύει τόσο μεγάλο αριθμό ανθρώπων; Είναι τόσο πολλοί οι … κακοί;
Όχι αγαπητές μου φίλες και αγαπητοί μου φίλοι αναγνώστες.
Δεν είναι αυτός ο λόγος. Αυτή τη στιγμή παγκοσμίως έχει δημιουργηθεί μία ψευδο-ελίτ. Καμία σχέση με τους Αυτοκράτορες και τους Βασιλείς και το περιβάλλον τους. Εκείνο αποτελούσε μία κληρονομημένη εξουσία, στην οποίαν δεν μπορούσες να έχεις κανέναν λόγο. Το μόνο σου όπλο ήταν η ιδεολογία σου και η… επανάσταση.
Η νέα όμως ψευδο-ελίτ δεν έχει καμία σχέση με την… αυθεντική. Είναι άνθρωποι όπως ο κάθε ένας από εμάς, ο γείτονάς σου, ο συνάδελφός σου, ο κάποτε “χαζός” του σχολείου, ο οποίος απέκτησε ξαφνικά οικονομική δύναμη και εξουσία. Δεν είναι ο γαλαζοαίματος με προγόνους χιλιετίας από την Βιέννη. Είναι ο συμμαθητής σου, ο οποίος ίσως έμενε στην ίδια τάξη, η φίλη σου, η οποία δεν σκεφτόταν τίποτα άλλο παρά μόνον την εμφάνισή της, ο μπλαζέ τύπος σε ένα μπαρ με ελεύθερη είσοδο από το προσωπικό ασφαλείας, η κοπέλα, η οποία ίσως δεν είχε κάτι να συζητήσει, αλλά όλοι ήθελαν να είναι κοντά της για να λάβουν κάτι από τη λάμψη της.
Και όλοι αυτοί φρόντισαν να πείσουν μία κοινωνία, πως το “τίποτα” είναι το διαβατήριο της ζωής. Και το επέτυχαν, διότι αφού το “τίποτα” ήταν το ιδανικό, οι περισσότεροι προσπαθούσαν από πρώην “κάτι” να γίνουν νυν “τίποτα” για να αποκτήσουν κοινωνικό προφίλ και αναγνώριση και ό,τι άλλο αυτό συνεπάγεται.
Η άνοδος του φασισμού παγκοσμίως δεν οφείλεται στη δύναμη της ιδεολογίας του, αλλά στο “τίποτα” των “άλλων”. Και το 42% γενικά δεν είναι γιατί ξαφνικά αγάπησαν οι Γάλλοι το φασισμό, αλλά διότι είναι ο φορέας (θα μπορούσε να ήταν οποιοσδήποτε), ο οποίος θα φέρει την ανατροπή, όχι για ένα καλύτερο μέλλον, αλλά για την αντικατάσταση του σημερινού “τίποτα” από το δικό τους “τίποτα”.
Σε μία πενταετία, έως τις επόμενες εκλογές, το 42% μπορεί να καταφέρει να φθάσει το 52%. Και για αυτό δεν θα είναι η ακρο-δεξιά επιτυχημένη, αλλά η αποτυχία των υπολοίπων. Και σε παγκόσμιο επίπεδο, η παντελής έλλειψη ιδεολογίας και ιδανικών θα οδηγεί τα δύο “τίποτα” να ανταγωνίζονται για την πολυπόθητη εξουσία. Όποιος προσφέρει την καλύτερη πλατφόρμα θα είναι ο κερδισμένος σε έναν Κόσμο ολικά χαμένων.
Για το 42% η ευθύνη βαρύνει το 58%, όπως και όπου αλλού συμβαίνουν ανάλογα φαινόμενα. Όταν θα είναι “πολύ αργά για δάκρυα Στέλλα”, τότε δεν θα έχει νόημα να ψάχνουμε για δίκαιο και άδικο. Το μαχαίρι θα έχει εισχωρήσει βαθιά και το αποτέλεσμα θα είναι δεδομένο.
Καμία αισιοδοξία από το “καμένο” 58%…