Συνέβη ένα βράδι Φθινοπωρινό του 1947.
Του Νώντα Σακελλαρόπουλου
Ο Γεώργιος Μάρκου, φίλος αδερφικός και συγγενής από το Βερσίτσι, φοιτητής ιατρικής και στρατευμένος λοχίας υπηρετούσε στον εμφύλιο πόλεμο με τους αντάρτες στα βουνά της Θεσσαλίας. Όταν κατέβαινε στην Αθήνα, εφιλοξενείτο στην καλύβη του βλαχοποιμένος Νώντα, οδός Παράσχου-Σχοινά 20, στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Στη γωνία των οδών αυτών υπήρχε μάντρα που πουλούσε υλικά οικοδομών (ασβέστη, αμμοχάλικο, τσιμέντα κλπ). Ήταν και κατασκεβαστής πλακακίων για επίστρωση δωματίων. Στο κέντρο του οικοπέδου υπήρχε ένα Γραφείο. Δωμάτιο καλό και πίσω από αυτό ήταν τα εργαστήριο των πλακακιών, το χώρισμα του οποίου συμπλήρωνε τοίχος και στη μέση είχε μία δίφυλλη μεγάλη πόρτα.
Το γραφείο την ημέρα εκτελούσε τον προορισμό της μάντρας και τα βράδια το χρησιμοποιούσα εγώ για υπνοδωμάτιο. Ιδιοκτήτης Δημήτριος Μπούσουλας, από την Εύβοια, πάρα πολύ καλός και αγαθός άνθρωπος. Ενοίκιο 30.000 το μήνα, πληθορικές βέβαια. Τα βράδια έκανα τη μεταφορά του ράντζου μου και των υπνοσκεπασμάτων, από το εργαστήρι στο γραφείο. Το πρωί που σηκωνόμουνα και πριν ανοίξει η μάντρα, έκανα τη μεταφορά τους αντίστροφα. Και πήγαινε λέγοντας.
Όταν κατέβαινε ο Μάρκος από το μέτωπο στην Αθήνα, χρειαζόμουνα ένα ακόμα κρεββάτι. Στρώμα και σκεπάσματα είχα, αλλά κρεββάτι δεν υπήρχε. Τη λύση μου την έδινε το ένα φύλλο της μεγάλης πόρτας. Ξεκρέμαγα το φύλλο της πόρτας και το τοποθετούσα σε δύο καρέκλες απ τη μια μεριά και δυο από την άλλη και το κρεββάτι τέλειο. Το ξεκρέμαγμα της πόρτας, από τότε έγινε ”η αποκαθήλωση της πόρτας”. Πρώτη φορά που ήρθε ο Μάρκος, του λέω βόηθαμε να ξεκρεμάσω την πόρτα και στη συνέχεια να την κρατήσει. Αυτός την έπιασε με τα δύο του χέρια και τη σήκωσε ψηλά πάνω από το κεφάλι του. Εγώ προσπαθούσα να ετοιμάσω τις καρέκλες να τοποθετηθεί η πόρτα αλλά αργούσα, οπότε γυρίζει ο Μάρκος και μου λέει: “Δε μου λες Νώντα, θα μείνω πολύ ώρα κατ αυτήν την έννοια”. Η πόρτα ήταν βαριά και κουράστηκε αλλά δεν έκοψε το μυαλό του να την ακουμπήσει κάτω. Το τι έγινε από τα γέλια δε λέγεται. Το γεγονός έμεινε ιστορικό.
Σημειωτέον ότι στο κιόσκι μου και “κατ αυτήν την έννοιαν” είχαν φιλοξενηθεί πολυάριθμοι φίλοι που σήμερα είναι γιατροί και δικηγόροι, έμποροι και βιομήχανοι κλπ.
————————————
Αντιγραφή από τις δακτυλογραφημένες σημειώσεις του πατέρα μου. Διατήρησα την ίδια ορθρογραφία. Καταπληκτικές ιστορίες από εκείνες τις εποχές, οι οποίες επειδή καταγράφηκαν αποτελούν μία εξαιρετικά ανάγλυφη και πραγματική εικόνα των μακρινών εκείνων καιρών. Ίσως κάποια στιγμή τις εκδώσω.
Θα μου επιτρέψετε ωστόσο να σημειώσω πως μέσα από τις φοβερές δυσκολίες της κατοχής και των επόμενων σκοτεινών χρόνων, άνθρωποι με θέληση και ήθος αγωνίστηκαν να μορφωθούν και ΚΥΡΙΩΣ να πολεμήσουν τα φασιστικά, ολοκληρωτικά, ναζιστικά καθεστώτα και νοοτροπίες. Διότι σαν την ΕΛΕΥΕΘΕΡΙΑ δεν υπάρχει τίποτα.
Και ο “βλαχοποιμήν” Νώντας, όπως αυτοχαρακτηρίζεται στο κείμενό του, όταν ερωτάτο γιατί ήταν υπερήφανος απαντούσε πάντα πρώτον για την δράση του εναντίον των ναζιστικών υπανθρώπων-τεράτων και δεύτερον για την “βλαχοποιμενική” καταγωγή του. Βέβαια αντικατέστησε τα εκατοντάδες πρόβατα (διότι η οικογένεια του διέθετε πλούτο) με χιλιάδες τόμους βιβλίων.
Και “ΚΑΤ’ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑΝ” να είστε απολύτως σίγουροι πως θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε σκληρά και με όλα τα μέσα για την διατήρηση της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της εθνικής μας ενότητας. Ούτε χιλιοστό πίσω… Δεν έχει τελειώσει ΤΙΠΟΤΑ!
Σας το υπογράφει αυτό ο υπερήφανος ΛΟΥΣΤΡΟΣ υιός του ΒΛΑΧΟΠΟΙΜΕΝΟΣ… “κατ’ αυτήν την έννοιαν”…