Τεύκρος Σακελλαρόπουλος – Conceptual Cinematography

Πώς Έμαθα να Επιπλέω

Διάβασα αυτή την τραγική είδηση του πνιγμού ενός πατέρα, ο οποίος στην προσπάθειά του να σώσει το παιδί του πνίγηκε. Δεν είναι στόχος μου να εξετάσω το πώς και το γιατί, απλώς θα ήθελα να εκφράσω κάποιες σκέψεις.

Να κολυμπώ έμαθα σε μεγάλη ηλικία. Πρέπει να ήμουν 14 ή 15 ετών. Βλέπετε ο πατέρας μου ήταν ορεσίβιος και δεν είχε μεγάλη εξοικείωση με τη θάλασσα. Συνεπώς θυμάμαι και μπορώ να περιγράψω πως ένοιωθα όταν πήγαινα για μπάνιο μέχρι τότε.

Η θάλασσα σου δημιουργεί ένα περίεργο συναίσθημα. Έναν συνδυασμό επιθυμίας να τη κατακτήσεις, υποκρυπτόμενο φθόνο για όσους βλέπεις να κολυμπούν και να την χαίρονται και κυρίως… φόβο αλλά και ντροπή! Οι άλλοι γνωρίζουν εγώ όμως όχι. Η έννοια “άπατα”, την οποίαν τότε χρησιμοποιούσαμε πολύ συχνά ήταν καθοριστική. Στα 2 μέτρα βάθος για εμάς τους μέτριου ύψους ήταν άπατα. Αλλά και τα 2,000 μέτρα επίσης είναι άπατα! Θα αναφερθώ στη συνέχεια.

Αυτό δεν μπορούσε να συνεχιστεί.

Κάποια στιγμή πήγαμε διακοπές στον Πλαταμώνα. Τότε δεν υπήρχαν ακόμα οι Νέοι Πόρροι ούτε είχε αναπτυχθεί (;) τουριστικά τόσο πολύ η περιοχή. Ήταν αμμόλοφοι. Ο Πλαταμώνας όμως ήταν γραφικό χωριό, με έναν υπέροχο σταθμό τραίνου και τις γραμμές να τον διασχίζουν. Ούτε το λιμάνι είχε κατασκευαστεί.

Ο Πλαταμώνας εκείνες τις εποχές ήταν το.. επίνειο των τότε Γιουγκοσλάβων! Κυρίως από τα Σκόπια. Ορδές τουριστών με Zastava καταλάμβαναν τις παραλίες και νοίκιαζαν όλα τα σπίτια. Φυσικά όπου στάθμευαν εκεί έμεναν μέχρι να φύγουν. Πολλοί θυμάμαι άρχιζαν να πίνουν σκληρά ποτά κάτι όπως η βότκα από το πρωί.

Όπως και να έχει το ζήτημα οι παραλίες ήταν γεμάτες κόσμο. Εννοώ η παραλία του Πλαταμώνα. Και εσύ έπρεπε… αναγκαστικά να απολαύσεις τη θάλασσα. Διακοπές ήμουν, για τη θάλασσα ήλθαμε. Αλλά… αλλά δεν ξέρεις μπάνιο! Τότε η ντροπή και τα συμπλέγματα περισσεύουν. Βέβαια κατόπιν συνειδητοποίησα πως μάλλον ήταν πάρα πολλοί εκείνοι, οι οποίοι δεν γνώριζαν όπως κι εγώ να κολυμπούν, γι΄ αυτό και κοντά στην ακτή γινόταν το αδιαχώρητο.

Τότε συνέβησαν δύο γεγονότα:

Η αδελφή μου επενέβη και δήλωσε πως είναι πολύ εύκολο να μάθω και θα αναλάβανε την διαδικασία εκμάθησης – διδασκαλία μου! Μου αγόρασε βατραχοπέδιλα και ήθελα δεν ήθελα πέρασα στο επόμενο βήμα της… διαβολο-εβδομάδας (όπως αναφέρεται στα Ο.Υ.Κ.).

Εγώ μία απόφαση μόνο έπρεπε να λάβω: να αγνοήσω τους άλλους και ΚΥΡΙΩΣ τη ντροπή! 15 ετών, γύρω μου πολύ όμορφα κορίτσια κι εγώ… μπουκάλα. Και όντως δεν χρειάστηκε καν ούτε εβδομάδα. Το θυμάμαι χαρακτηριστικά. Ήταν τρεις ημέρες και μάλιστα από τη δεύτερη είχα ήδη αρχίσει να επιπλέω, απλά ΔΕΝ το πίστευα.

Με έβαζε η αδελφή μου να ξαπλώνω ανάσκελα (να κάνω τον πεθαμένο, όπως λέγαμε), φορούσα και τα βατραχοπέδιλα, τα οποία βοηθούσαν πολύ ενώ η ίδια με στήριζε ελαφρώς στην πλάτη μου. Τελικά τι ήταν; Μόλις πείστηκα και αφέθηκα (χαλάρωσα) ξαφνικά διαπίστωσα πως το σώμα μου ΔΕΝ βυθιζόταν! Ναι μα προηγουμένως όμως βυθιζόταν. Τι… θαύμα ήταν αυτό;

Ακόμα δεν έχω εξηγήσεις ούτε έχω καταλάβει πως γίνεται η συγκεκριμένη μετάβαση. Είναι μία μορφή απελευθέρωσης από την ύλη και εμπιστοσύνης στο νερό και στον εαυτόν σου. Τίποτα άλλο. Ίδιο σώμα, ίδια όλα εκτός από την αίσθηση της πλευστότητας. Η θάλασσα γίνεται πλέον φίλος σου και όχι εχθρός σου. Και είναι περίπου το ίδιο συναίσθημα με το (μαγικό) ποδήλατο. Πως μπορεί ένας άνθρωπος να ισορροπεί σε δύο ρόδες; Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να επιπλέει, ενώ πριν βυθιζόταν;

Άγνωστη η απάντηση.

Και μετά τα… άπατα. Εκεί είναι καθαρά θέμα ψυχολογίας. Όπως προανέφερα τι 2 μέτρα τι 2,000 μέτρα τι άβυσσος είναι το ίδιο άπαξ και δεν ακουμπάς στο βυθό. Εάν όμως σκεφτείς το χάος, τότε πανικοβάλλεσαι και πιθανόν να πνιγείς από τον πανικό σου και όχι από την έλλειψη πλευστότητας. Διότι παύεις να εμπιστεύεσαι τη θάλασσα και αυτή σε θέλει μέσα της.

Και κάπως αλλάζουν μετά όλα. Δεν χρειάζεσαι τα βατραχοπέδιλα, δεν τα θέλεις στην πραγματικότητα, διότι και αυτά αποτελούν μία μορφή εξάρτησης, την οποίαν επιθυμείς να αποδιώξεις. Ναι, μόνον με γυμνά πόδια, όπως θα βρεθείς οποιαδήποτε στιγμή. Ναι και φίλος η θάλασσα και να την αγαπάς, αλλά όπως όλοι θα σου επισημάνουν να την σέβεσαι.

Το περίεργο, όπως διαπίστωσε και ο Κώστας Καρυωτάκης είναι πώς άπαξ και μάθεις να επιπλέεις είναι αδύνατον να βυθιστείς ο ίδιος. Γι΄ αυτό και την άλλη ημέρα μετά από οχτώ ώρες αποτυχημένων προσπαθειών στα νερά του Αμβρακικού τίναξε τα μυαλά του στον αέρα με ένα όπλο. Αλλά να πνιγεί από μόνος του δεν τα κατάφερε.

Και από τότε χωρίς τη θάλασσα δίπλα μου δεν μπορώ να ζήσω…

Ίσως ενδιαφέρει και άλλους... (κοινοποιείστε)