Ο ”Επενδύτης” με τον τόνο στο ύψιλον είναι η, ας πούμε, λόγια έκφραση του παλτού. Και είναι ο τίτλος ενός κλασσικού και διαχρονικού αριστουργήματος του Νικολάι Γκόγκολ, το οποίο σας συνιστώ εντόνως να διαβάσετε. Ένα κείμενο, το οποίο αν και γράφτηκε μεταξύ 1839-41 και δημοσιεύτηκε το 1842 και παραμένει το ίδιο ζωντανό και σήμερα και πάντα.
Ο “Επενδυτής” με τον τόνο στο ήτα έχει αρκετές σημασίες. Μία εξ΄ αυτών είναι σχετική με την πρώτη (νομίζω ετυμολογικά είναι ταυτόσημες, αλλά δεν είμαι και φιλόλογος) και σημαίνει “εκείνον, ο οποίος καλύπτει την εξωτερική ή την εσωτερική επιφάνεια ενός αντικειμένου με κατάλληλο υλικό με σκοπό να το ενισχύσει ή προστατεύσει”. Μεταφορικά σημαίνει κάτι ανάλογο και στην οικονομική ορολογία.
Θα γίνω περισσότερο περιγραφικός:
Μέσα στην καταιγίδα και την παγωνιά ένας ισχυρίζεται πως έχει ένα τσεκούρι και χρειάζεται μόνο ένα αδιάβροχο να τον προστατεύσει, ώστε να περπατήσει στο δάσος, να κόψει ξύλα και να τα φέρει στους υπόλοιπους ώστε να ζεσταθούν όλοι μαζί. Ακριβώς λοιπόν αυτή είναι η έννοια (κατά την άποψή μου) του επενδυτή.
Ωστόσο ο υποτιθέμενος ξυλοκόπος διατρέχει πολλούς κινδύνους ή μπορεί και να μην έχει και τόσο αγαθούς σκοπούς. Μπορεί να παρασυρθεί από κάποιο ποτάμι, το οποίο επιχειρεί να διασχίσει στη διαδρομή του για το δάσος, μπορεί να χάσει το τσεκούρι του και να γυρίσει άπραγος, μπορεί το αδιάβροχο να πιαστεί από τα κλαδιά και να σκιστεί ή ακόμα να του το πάρει ο αέρας. Και μπορεί και στο δάσος να μην καταφέρει να κόψει και ξύλα.
Ή ακόμα μπορεί να εξαφανιστεί με το αδιάβροχο, διότι αυτός εξ΄ αρχής ήταν ο σκοπός του ή να ισχυρίζεται πως έχει τσεκούρι ενώ αυτό δε συμβαίνει ή να κόψει τα ξύλα και αντί να επιστρέψει να τα κρατήσει για λογαριασμό του και να τα πουλήσει για υψηλότερο κέρδος αλλού.
Από την ώρα κατά, την οποίαν δανείζεις ή παρέχεις το παλτό σου ή το αδιάβροχό σου, ανεξαρτήτως εάν έχεις ένα ή πολλά ή ακόμα δανείζεσαι για να το δώσεις ή αποτελεί κληρονομιά ή σκληρά δουλεμένο απόκτημά σου είσαι εκτεθειμένος σε όλους τους προηγουμένους κινδύνους! Τελεία και παύλα εδώ.
Ποτέ μου δεν μπόρεσα να καταλάβω σε ποιο σημείο υπάρχει ασφάλεια και σιγουριά για το αποτέλεσμα σε αυτό το οικονομικό σύστημα και κατ΄ επέκταση στην ίδια τη ζωή. Και εκπλήσσομαι όταν ακούω από επενδυτές να διεκδικούν τα χαμένα τους αδιάβροχα. Όταν δανείζεις το παλτό σου ή το αδιάβροχό σου είσαι απόλυτα εκτεθειμένος σε όλους τους προηγούμενους κινδύνους. Η αγορά δεν είναι παιδική χαρά. Είναι σφοδρή καταιγίδα με στιγμές ηλιοφάνειας. Άλλωστε φόρεσε εσύ το αδιάβροχο, βρες ή πάρε και το τσεκούρι και πήγαινε κόψε μόνος σου ξύλα στο δάσος. Σκληρό μεν, αλλά καλύτερη η γνώση και αποδοχή της πραγματικότητας παρά η καλλιέργεια φρούδων ελπίδων (στην αθώα της εκδοχή) ή δολίων επιχειρημάτων (στη στυγνή της μορφή).
Σκεφτείτε μόνο τους επενδυτές της περιβόητης (και μάλλον κατάπτυστης) Βρετανικής Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών (δεν γράφω ιστορική πραγματεία, ενδεικτικά τα αναφέρω). Τα κέρδη των μετόχων-επενδυτών ήταν τεράστια αλλά και οι κίνδυνοι αντίστοιχοι. Το 1770, σε έναν φοβερό λιμό (έλλειψη τροφής) πέθανε το ένα τρίτο περίπου του πληθυσμού στη Βεγγάλη και αυτό είχε σχεδόν καταστροφικές συνέπειες για την Εταιρεία. Θα μπορούσε ενδεχομένως η Ινδία να αυτονομείτο πολύ νωρίτερα και να κατέρρεε ολόκληρη η Εταιρεία. Ποιος θα έφταιγε και από ποιόν θα ζητούσαν ευθύνες οι επενδυτές-μέτοχοι;
Από την… πείνα στην πρώτη περίπτωση (αν και λέγεται πως η ίδια η Εταιρεία από την απληστία της οδήγησε στην έλλειψη τροφής) ή από τους… Επαναστάτες, εάν συνέβαινε τότε κάτι παρόμοιο;
Στη σύγχρονη εποχή υπάρχουν αρκετές ρυθμίσεις για την προστασία κυρίως του μικρού επενδυτικού κοινού. Δεν αντιλέγω, αλλά από τη στιγμή κατά την οποίαν δανείζεις το παλτό σου είσαι υπό καθεστώς κινδύνων και όλα τα υπόλοιπα είναι απλές θεωρίες.
Ποια η ειρωνεία; Πως οι κατ΄ εξοχήν “επενδυτές” (τράπεζες και χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί) αρνούνται πλήρως κάθε ευθύνη των πράξεων τους.