Πριν από πολλά-πολλά χρόνια περίμενα μαζί με την παρέα μου και πολύ κόσμο ακόμα στη σειρά για μία εκδήλωση στο Ρωμαϊκό Ωδείο της Πάτρας. Εκεί κάθε καλοκαίρι διοργανώνονταν οι εκδηλώσεις του φεστιβάλ της Πάτρας και παρουσιάζονταν πολλές αξιολογότατες θεατρικές παραστάσεις.
Η ώρα ήταν περίπου εννέα το βράδυ, αλλά το καλοκαίρι εννέα η ώρα είναι ακόμα ημέρα. Και μέσα στη γενική ευθυμία, η οποία επικρατούσε στην αναμονή εμφανίζεται φουριόζος ένας σπουδαίος (υποτίθεται) αιρετός (εκλεγμένος) αξιωματούχος της Αχαΐας. Αυτός θεώρησε πως η ουρά ήταν μάλλον προσβλητική και μόνον για τους πληβείους και πήγε να περάσει εμπρός από όλους μας. Τότε με χιούμορ, επειδή όλοι μας τον αναγνωρίσαμε, του απευθυνθήκαμε με σκοπό να διασκεδάσουμε την υπόθεση, αλλά χωρίς κανένας μας να νοιώθει πως χρειάζεται να περιμένει και αυτός στην ουρά. Απλώς να διασκεδάσουμε τη στιγμή.
Και ο μεγάλος τρανός, αυτός ο μέγιστος, ανοίγει το στόμα του εμφανώς προσβεβλημένος που εμείς τα τίποτα τολμήσαμε και του μιλήσαμε και ένας οχετός ύβρεων ξεχύθηκε! Μείναμε όλοι αποσβολωμένοι! Φυσικά και πέρασε να δρέψει τις δάφνες του στην πρώτη γραμμή του θεάτρου και περιττό να αναφερθώ στα σχόλια των παρισταμένων.
Ο άνθρωπος αυτός με το απροσμέτρητο υπερεγώ και την αντίστοιχη έπαρση είχε χάσει ένα εκ των πολυτιμοτέρων ιδιοτήτων του ανθρώπου: το χιούμορ του και τον αυτο-σαρκασμό του. Η αλήθεια είναι πως γενικά δεν έδειχνε σαν τέτοιος στη δημόσια εικόνα του, μάλλον λαϊκός τύπος ήταν (και… άξεστος γενικά), αλλά από το σημείο εκείνο έως τον οχετό η απόσταση ήταν τεράστια!
Κανόνας: μόλις κυριαρχήσει η έπαρση και χαθεί το χιούμορ σας (και η αίσθηση της κριτικής) έχετε διαβεί τον Ρουβίκωνα και ξεκινάτε το ταξίδι σας για το τέλος. Μόνο ο Ιούλιος Καίσαρ τόλμησε να τον διαβεί αναφωνώντας το περίφημο “ο κύβος ερρίφθη”. Εκείνος όμως ήταν Καίσαρ, ενώ οι υπόλοιποι κομίζοντες τους εαυτούς τους Καίσαρες θα πνιγούν στα όμορφα νερά του. Συνέβη και με τον αξιωματούχο…