Με τον Άκη, ο οποίος αποχαιρέτησε τον Κόσμο τούτο σήμερα 27 Αυγ. 2021 συναντήθηκα μόνο μία φορά. Για την ακρίβεια συναντήθηκαν μόνο τα μάτια μας ή μάλλον τα βλέμματά μας. Ήταν πριν από αρκετά –πολλά- χρόνια πρωινή ώρα, περίπου 09:00 επί της Πανεπιστημίου κοντά στο Σύνταγμα, όταν ο Άκης με δύο σωματοφύλακες στεκόταν στην επάνω πλευρά (εννοώ αυτήν του Νομισματοκοπείου) κι εγώ απέναντι περιμένοντας το πράσινο της διάβασης (πρέπει να είμασταν στην οδό Αμερικής).
Δεν είχε κίνηση ούτε περιέργως άλλους πεζούς και αλληλο-καρφωθήκαμε χ α ρ α κ τ η ρ ι σ τ ι κ ά ! Ήταν την εποχή της παντοδυναμίας του και κάπου πήγαινε πεζός με τη συνοδεία ασφαλείας του, ενώ εγώ ήμουν στην εποχή της παντο-αδυναμίας μου και πήγαινα μόνος μου ούτε θυμάμαι πού και γιατί.
Πάντοτε τον εκτιμούσα όσο ένα… τίποτα και μάλλον αυτό φαινόταν στο ειρωνικό μου βλέμμα, το οποίο εισέπραξε πλήρως, διότι ήταν πολύ ευφυής. Εγώ αντιθέτως εισέπραξα το βλέμμα ενός τσάρου, ο οποίος υπονοούσε πως “σε λιώνω τώρα και επί τόπου” (και είχε και δίκιο).
Συναντηθήκαμε σε απόσταση μέτρου -νομίζω και οι δυο μας ηθελημένα- και έτοιμοι να μιλήσουμε ο ένας στον άλλον, όταν ένας αμοιβαίος δισταγμός μας αποθάρρυνε. Γιατί να σταματήσει ένας τσάρος για έναν ασήμαντο πολίτη και τι θα έλεγε αυτός ο ασήμαντος πολίτης σε έναν τσάρο, χωρίς να το πληρώσει;
Κι όμως είπαμε τόσα, μα τόσα πολλά μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα…
Δεν μπορώ να γνωρίζω και ποτέ μου φυσικά δεν θα μάθω το τι ίσως σκέφτηκε και εάν αυτό είχε κάποια επίδραση άνω του ενός δευτερολέπτου στη ζωή του. Εγώ όμως με τον βαθιά πληγωμένο μου εγωισμό (ναι τα βλέμματα, όπως και οι λέξεις σκοτώνουν) σκέφτηκα και το θυμάμαι πάρα πολύ καλά κι ας πέρασαν τόσα χρόνια:
“Εγώ δεν είμαι παρά ένα ελάχιστο κάτι, αλλά τουλάχιστον αυτό είναι δικό μου. Εσύ είσαι ένα τεράστιο -ΤΙ άραγε;- αλλά δεν σου ανήκει. Θυμήσου το αυτό, εάν ποτέ χρειαστεί να το επιστρέψεις.”
Η σκέψη αυτή ήταν η άμυνα ψυχολογικής μου επιβίωσης…
Το “κάτι” έμεινε τα -ΤΙ άραγε;- χάθηκαν. Προσέξτε! Κυκλοφορούν σε αφθονία τα –ΤΙ άραγε;- εκεί έξω.