Οι κοινωνίες έχουν γεμίσει από τυχοδιώκτες. Και δεν εννοώ μόνον φυσικά πρόσωπα, αλλά και επιχειρήσεις και οργανισμούς κα το χειρότερο κράτη (μ ε τους ανάλογους αρχηγούς τους). Η λέξη τυχοδιώκτης από ετυμολογικής απόψεως δηλώνει, αυτήν ή αυτόν, ο οποίος καταδιώκει την τύχη, προς όφελός του προφανώς. Αλλά στην πραγματικότητα τη διώχνει, την καταδιώκει. Οι τυχοδιώκτες απαιτούν να τα πάρουν όλα χωρίς να δώσουν τίποτα. Ενίοτε το πετυχαίνουν, αλλά η τύχη τους αυτή προέρχεται από την προσφορά της τύχης άλλων. Και αυτή η τύχη τελικά είναι εκείνη, η οποία λείπει από το σύνολο προς χάριν του ενός αδίστακτου τυχοδιώκτη.
Οι τυχολήπτες (δική μου λέξη αυτή, δεν υφίσταται, αλλά μόλις δημιουργήθηκε) είναι εκείνοι, οι οποίοι λαμβάνουν την τύχη. Τούτο, διότι είναι πρόθυμοι να τη διαμοιράσουν. Τη δημιουργούν δίνοντας στους άλλους. Ο τυχοδιώκτης γνωρίζει μόνον πώς να παίρνει, ενώ ο τυχολήπτης μόνον πως θα δώσει. Οι κοινωνίες αρέσκονται στους πρώτους και τους θεοποιούν. Ωραία, σύμφωνοι, ενδεχομένως να λάβουν όμως και το τίμημα.
Να μην προφητεύσω…