Για να ερμηνεύσει κάποιος ένα φαινόμενο καλό είναι να αναζητά την αρχική του προέλευση. Για να θυμηθούμε τι συνέβαινε κάποιες (λίγες) δεκαετίες πριν στις παραλίες.
Πάντα μία ερημική παραλία είναι ελκυστική. Αλλά από τη στιγμή κατά την οποίαν υπάρχει κάποια πρόσβαση σύντομα παύει να παραμένει ερημική. Και κάποιοι άλλοι την “ανακαλύπτουν”. Θυμάμαι πως κάποιοι, όπως πιστεύαμε μποέμ τύποι έστηναν σε αυτές τις ημι-ερημικές παραλίες μία ψάθινη προχειρο-κατασκευή και εξυπηρετούσαν με νερό ή καφέ και διάφορα σνακς τους λουόμενους. Αυτό τότε προσέθετε στην παραλία και όχι τόσο ως εξυπηρέτηση, αλλά ως μία μποέμ νοοτροπία.
“Έχει και μία μικρή καντίνα” λέγαμε και πηγαίναμε… Αυτά βέβαια χωρίς κάποια άδεια ή έλεγχο υγειονομικών κανόνων, εάν μπορούσαμε να το ισχυριστούμε.
Αυτό όμως φαίνεται άφηνε κέρδος (και ωραίες διακοπές) και η μικρή καντίνα προσέθεσε και ξαπλώστρες και ομπρέλες. Στην αρχή ίσως με κάποιο αντίτιμο, κατόπιν καταλαμβάνοντας την πρώην ερημική παραλία και “επιβάλλοντας” κατά κάποιον τρόπο την επιλογή της ξαπλώστρας. Επειδή πάντα υπάρχουν ανταγωνισμοί και καταγγελίες (διότι και άλλοι λιγότερο μποέμ τύποι) διέβλεπαν το κερδοφόρο της υπόθεσης το “πανταχού παρών και τα πάντα πληρών” (για να πληρώνουν όλοι), Ελληνικό Δημόσιο επενέβη με τον κατάλληλο τρόπο.
Τώρα όμως προσέξτε!
Ενώ αρχικά το ζητούμενο ήταν η παρθένα παραλία με έστω το μικρό αυτοσχέδιο μπαράκι, στην πορεία, οι κοινωνικές συνθήκες μεταβλήθηκαν. Ποια ή ποιος θα τολμούσε να αρνηθεί την επιλογή της ξαπλώστρας σε μία παρέα και να… στρατοπεδεύσει παραδίπλα με μία πετσέτα;
Μπαμ! Ο κοινωνικός αποκλεισμός!
Όχι από την ξαπλώστρα, αλλά από τους χαρακτηρισμούς της “μιζέριας”, (μια φορά ήρθαμε για μπάνιο στη θάλασσα να μην το απολαύσουμε, τσιγκουνεύεσαι μία ξαπλώστρα και ένα καφέ και λοιπά συνήθη επιχειρήματα) και από την πλευρά της δικής μας παρέας, αλλά και από την πλευρά όσων θεωρητικά προνομιούχων είχαν ήδη καταλάβει την περιβόητη ξαπλώστρα!
Και φυσικά ήταν πολύ ευκολότερο να εύρεις μία αφορμή για γνωριμία με την/τον δίπλα σου στην ξαπλώστρα, παρά με την/τον πληβείο στην πετσέτα παραπέρα.
Ακόμα και οικογένειες με παιδιά υπέκυπταν στον πειρασμό, διότι και τα παιδιά προφανώς θα επέλεγαν την άνεση της ξαπλώστρας. Και κάπως γεννήθηκε η κοινωνικά διαστρωματωμένη ξαπλώστρα. Τιμές ανάλογα με την απόσταση από την παραλία, το ύψος του λογαριασμού και όλα τα σχετικά, περίπου όπως σε ένα νυκτερινό κέντρο, όπου η πίστα αντικαθιστούσε τη θάλασσα.
Υπάρχει διαφορά;
Καμία! Η ξαπλώστρα ενδεχομένως πλεονεκτεί στο ότι δεν φαίνεται με το τι έφτασες στην παραλία και εννοώ εάν ήλθες με πολυτελές αυτοκίνητο, λεωφορείο, ταξί ή με τα πόδια; Άρα έχεις ένα πλεονέκτημα να περνιέσαι για κάτι άλλο από ότι είσαι στην πραγματικότητα.
Μια χαρά λοιπόν!
Απλώς τώρα και επειδή το καλοκαιρινό θαλασσινό μπάνιο δεν είναι όπως μία βραδιά στα λαϊκά ευαγή ιδρύματα, αλλά αναγκαίο και εφικτό για πολύ μεγαλύτερο πλήθος ΚΑΙ επειδή η απληστία αφ΄ ενός οδήγησε τις τιμές στα ύψη και η οικονομική κατάρρευση αφ΄ ετέρου την ξαπλώστρα ιπτάμενη, ούτε και αυτό είναι εύκολο.
Η ξαπλώστρα δεν είναι μόνο κατάληψη παραλιών και επιβολή τελών… ηλιοθεραπείας, αλλά αποτελεί μία άλλη έκφανση μίας cult κουλτούρας, η οποία έχει διαπεράσει στην νεο-Ελληνική κοινωνία· και θα μπορούσα να σας απαριθμήσω πάρα πολλές, αλλά προτιμώ να απολαύσω τον νερουλό ημι-καφέ μου στην ξαπλώστρα μου στο cafes-κολοκυθο-paradise. Τόσο ακριβά τα πλήρωσα εξ’ άλλου!
Α! Συγγνώμη το ξέχασα! Θα δεχτώ και προσφορές για να συμπληρωθεί το αντίτιμο του εισιτηρίου μου με το λεωφορείο προκειμένου να επιστρέψω σπίτι μου.