Η Μύκονος κατ΄ αρχήν δεν είναι… Ελλάδα. Δεν εννοώ φυσικά πως το νησί δεν είναι Ελληνικό και μέσα στην καρδιά του Αιγαίου δίπλα μάλιστα στη Δήλο. Ούτε κατά διάνοια. Αλλά ο “πολιτισμός” της Μυκόνου, ο οποίος τόσο προβάλλεται και εκθειάζεται ΔΕΝ είναι Ελληνικός. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορούμε να θεωρήσουμε τη ζωή της Τσαρικής Οικογένειας… τυπική μίας οικογένειας μουζίκων (χωρικών) στη Σιβηρία το 1905.
Η επιλογή ήταν τυχαία, μην παρεξηγηθώ.
Και δεν είναι εδώ το ζητούμενο. Η Μύκονος ως ακρονυχίδα ενός συγκεκριμένου είδους τουριστικής εκμετάλλευσης δημιουργεί “κουλτούρα”, η οποία οδηγεί στον γελοίο μιμητισμό.
Η Ελληνική κοινωνία για πολλές δεκαετίες μετά την Κατοχή αντιμετώπιζε ουσιαστικά προβλήματα επιβίωσης. Ο λαϊκός κινηματογράφος, ο οποίος τόσο πολύ έχει κατηγορηθεί από έναν αριστερού τύπου ελιτισμό και δήθεν προοδευτικούς διανοούμενους ήταν αυθεντικός. Τουλάχιστον ό,τι ήταν, ήταν.
Κατόπιν άρχισαν να εισάγονται προβληματισμοί ανθρώπων Δυτικών, βιομηχανικών κοινωνιών αντιγράφοντας πρότυπα και σκεπτικό διαφορετικών κοινωνιών (δεν τις χαρακτηρίζω καλύτερες ή χειρότερες, μόνο διαφορετικές).
Η Ελληνική κοινωνία όμως, ΔΕΝ είχε ακριβώς αστική τάξη. Οι περισπούδαστες ταινίες “υψηλού επιπέδου” εμφύτευσαν ανύπαρκτα προβλήματα σε ανθρώπους με άλλες ανάγκες και προτεραιότητες. Σιγά-σιγά και με την αμέριστη βοήθεια του κρατικού (άλλου μοντέλου τώρα) και ενός δεξιού αυτή τη φορά ελιτισμού υπεροχής τι κατάφεραν;
(Οι όροι “αριστερά” και “δεξιά”, όπως τους εννοούσαμε… κάποτε στα μακρινά παλιά χρόνια)!
Να δημιουργήσουν μία τεχνητή υβριδική μικροαστική μίζερη αντίληψη και νοοτροπία από μη-αστούς. Διότι δεν γίνεσαι μικροαστός, εάν προηγουμένως δεν ΕΙΣΑΙ αστός. Κοινώς να μεταφέρουν όλα τα σκοτεινά –κυρίως βορειο-Ευρωπαϊκά- πρότυπα και δεδομένα σε μία ηλιόλουστη και ακόμα και μες τον (πολύ) πόνο της, χαρούμενη κοινωνία. Και αποκτήσαμε κρατικά χρηματοδοτούμενη “τέχνη”, ηθοποιούς τύπου σταρ του Χόλλυγουντ και… πρότυπα (εξελίχθηκαν σε ινφλουένσερς και ανάθεμα εάν γνώριζαν οι δικοί μας στα χωριά τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό)!
Ό,τι δημιουργεί τώρα η Μύκονος και οι παραφυάδες της.
Και δεν μας απασχολεί τόσο πολύ τι γίνεται στη Μύκονο, αλλά δεν μπορώ να μην τη συσχετίσω με την Κούβα του δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα, η οποία μετά την κατάλυση ενός άκρως διεφθαρμένου καθεστώτος ανέδειξε ένα καθεστώς άλλης μορφής δικτατορίας και εξαθλίωσης. Συνήθως οι άνθρωποι καταλήγουν από το ένα άκρο στο άλλο. (Μην ξεχνάτε πως για να λειτουργεί μία βιομηχανία πλούτου, πίσω της εργάζονται σκληρά απείρως περισσότεροι φτωχοί).
Η Μύκονος όμως δεν είναι Κούβα, είναι ένα Ελληνικό νησί, το οποίο με τις υπερβολές του και τον “αυτονόητο” τρόπο ζωής, όπως την εννοεί (;) μεγάλο τμήμα της κοινωνίας μοιράζει δυστυχία και κατάθλιψη στον κάθε έναν πικραμένο, ο οποίος νομίζει πως μπορεί να ζήσει το όνειρο. Είναι το ίδιο όνειρο με αυτό του Ντουμπάι, όπου ο πλούτος (και η αφόρητη έλλειψη καλαισθησίας) συγγράφουν συνταγές ψυχοφαρμάκων.
Και έρχεται κατόπιν ο κάθε “διανοούμενος” σκηνοθέτης να “αναλύσει” σε μία ταινία σκοτεινών δωματίων και μονίμως θλιμμένων προσώπων, γιατί στο Ντουμπάι, εάν δεν έχεις εισόδημα ενός εκατομμυρίου δολαρίων (τώρα είναι αντίστοιχο σε ισοτιμία με το ευρώ, μετά την πολιτική της… εμπνευσμένης Ευρώπης) θα σου δημιουργήσει ψυχολογικά προβλήματα. Όπως θα σου δημιουργηθούν όταν με 400-600 ευρώ μηνιαίο μισθό ή ασθμαίνουσα επιχείρηση δεν θα μπορείς να εισέλθεις στο κάθε γκλάμουρους κλαμπ με εισιτήριο 1000 ευρώ.
Στην παγίδα πέφτουν ακριβώς εκείνοι, οι οποίοι έχουν και τις λιγότερες πιθανότητες να βιώσουν τον έκλυτο βίο των εκατομμυριούχων –και όχι μόνον φυσικά- επισκεπτών της Μυκόνου.
Και το χειρότερο;
Έγραψα μόλις προηγουμένως “πιθανότητες” και όχι “δυνατότητες”. Διότι οι τελευταίες είναι εκείνες, ο οποίες πίπτουν ως μαραμένα μαρουλόφυλλα, όταν το όραμά σου διακατέχεται από την τεχνητή ζωή της Μυκόνου.
-“Πού πα ρε Καραμήτρο”;
-“Μύκονο”!
Σημ.: Για όσες και όσους ωστόσο ενδιαφέρονται από επενδυτικής απόψεως, διαβάστε και ένα άρθρο μου από τον Απρίλιο του 2013 σχετικά με τη Μύκονο (Μύκονος 1970).