Χθες το βράδυ δεν μπόρεσα να κοιμηθώ καλά… Όχι δεν ήταν ούτε η ζέστη ούτε τα κουνούπια ούτε η ψυχολογία μου. Ήταν μιά έντονη συζήτηση-λογομαχία κάποιων ανθρώπων, μίας γυναίκας και ενός άντρα. Δεν είχα καμία διάθεση ούτε να ακούσω τι έλεγαν ούτε να προσπαθήσω να εντοπίσω την πηγή ούτε τίποτα. Ούτως ή άλλως να κρυφακούω ή να κοιτάζω μέσα από την κλειδαρότρυπα είναι κάτι, το οποίο απεχθάνομαι.
Ωστόσο μεταξύ διαστημάτων, όπου απεγνωσμένα μέτραγα τα λεπτά αύξησης της τιμής της βενζίνης για να καταφέρω να κοιμηθώ, κάποιες χαρακτηριστικές λέξεις και ύβρεις έσκαγαν στο θάλαμο του ενός αυτιού μου -το άλλο το πίεζα στο μαξιλάρι να μην ακούει. Αυτό κράτησε υποθέτω από τα μεσάνυχτα έως τα ξημερώματα ή κάπου εκεί, πάντως θυμάμαι πως άρχισαν να κελαηδούν όσα πουλάκια δεν εξαφάνισε η γάτα μου.
Μετά κοιμήθηκα και ξύπνησα και αρκετά αργότερα από ότι συνήθως.
Γιατί τα σχολιάζω τώρα όλα αυτά και δεν ασχολούμαι με την κατάσταση στο Ανατολικό Αιγαίο και τη Μέση Ανατολή (θα το κάνω βέβαια και αυτό οσονούπω).
Διότι σήμερα, αύριο, κάποια στιγμή μπορεί να συναντήσω το ίδιο αυτό (άγνωστο) ζευγάρι στο δρόμο και να μου δημιουργήσει μία όμορφη εντύπωση η συμπεριφορά του ή να φαίνονται όλα τόσα αρμονικά και ομαλά ενώ πίσω να κρύβονται λόγια σκληρά, τα οποία λέχθηκαν και χάθηκαν.
Δεν έχει κανένα νόημα να εκφράζεις κάτι και να εκτοξεύεις λόγια, τα οποία δεν γίνονται πράξη. Διότι και τη ζημιά την κάνουν (οι λέξεις είναι όπως οι σφαίρες, πληγώνουν άσχημα χωρίς να σκοτώνουν και δεν εξαλείφονται οι πληγές τους) ενώ ούτε μεταβάλλεται μία κατάσταση.
Είναι λόγια χωρίς αντίκρισμα…