Πριν από οκτώ ακριβώς χρόνια το μεσημέρι σαν σήμερα, η μητέρα μου πέθαινε στα χέρια μου. Ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή γιατί την βρήκα αιμόφυρτη πεσμένη στο μπαλκόνι, όπου βγήκε στην προσπάθειά της να ζητήσει βοήθεια και να αναπνεύσει από την αιμορραγία του πνευμονικού οιδήματος. Κάλεσα αμέσως ασθενοφόρο. Ήλθαν σε ελάχιστο χρόνο. Έτρεξαν και μετά… μετά έδειχναν να μη βιάζονται…
Η μητέρα μου δεν είχε πεθάνει ακόμα, αλλά οι τραυματιοφορείς ήσαν ήρεμοι και αμίλητοι. Την έβαλαν στο φορείο και αμέσως μετά στο ασθενοφόρο. Έφυγαν επίσης ήρεμα, χωρίς τη σειρήνα. Ακολουθούσα με το αυτοκίνητο και σκεφτόμουν… Αφού δεν άνοιξαν τον ήχο της σειρήνας, κάτι περισσότερο γνωρίζουν…
Σε λίγα λεπτά ο γιατρός στον άχαρο αυτό του ρόλο μου ανακοίνωνε το τέλος και η νοσοκόμα μου παρέδιδε τα προσωπικά της αντικείμενα, ό,τι φορούσε επάνω της.
Τότε συνειδητοποίησα κάτι. Τα μεγάλα γεγονότα και οι μεγάλες μεταβολές έρχονται ομαλά, χωρίς να ηχεί καμία σειρήνα. Ακριβώς όπως συμβαίνει και σήμερα…