Τον Αύγουστο του 1585 ναυάγησε στα ανοικτά της Μοζαμβίκης (90 μίλια από τις ακτές) στους υφάλους των Ινδιών η ναυαρχίδα του Πορτογαλικού στόλου Σαν Τζάγκο. Το πως και το γιατί δεν θα το αναφέρω. Πάντως ήταν καθαρά το αποτέλεσμα της έπαρσης και της υπεροψίας ενός πλοηγού.
Στο πλοίο αυτό ταξίδευαν τουλάχιστον 500 άτομα ανάμεσά τους 30 γυναίκες και πολλοί μοναχοί.
Όταν το πλοίο τσακίστηκε ο ναύαρχος, ο πλοίαρχος και άλλοι περίπου δέκα ή δώδεκα μπήκαν αμέσως σε μία μικρή βάρκα και αναχώρησαν αφήνοντας τους υπολοίπους στο μέσον του ωκεανού. Αυτό δεν έγινε βέβαια με την συναίνεση των άλλων αλλά με την πειθώ των γυμνών σπαθιών. Μεταξύ τους ήταν και ο υπεύθυνος για το ναυάγιο πλοηγός.
Οι υπόλοιποι όταν είδαν και απόειδαν, αφού ο φόβος τους είχε αδρανοποιήσει αποφάσισαν να κατεβάσουν μία μεγάλη μισοσπασμένη βάρκα, η οποία ήταν στην ναυαρχίδα.
Τελικά στην βάρκα ανέβηκαν 90, αφού και αυτοί με κάθε βίαιο μέσον εμπόδισαν τους υπολοίπους να τους ακολουθήσουν. Η έννοια βίαιο μέσον σημαίνει κομμένα δάχτυλα και χέρια για όσους προσπαθούσαν να πιαστούν επάνω της.
Η μεγάλη αυτή βάρκα όμως ήταν υπερ-φορτωμένη και με ελάχιστα εφόδια. Μετά από λίγες ημέρες λόγω του πολύ υψηλού κινδύνου, συμφώνησαν να εκλέξουν έναν καπετάνιο, στον οποίον θα ορκίζονταν απόλυτη υποταγή. Και όντως αυτό έπραξαν και επέλεξαν έναν μιγάδα από την Ινδία.
Η πρώτη και άμεση εντολή του νέου καπετάνιου ήταν να ρίξουν μερικούς στην θάλασσα! Μεταξύ αυτών και τον ξυλουργό, ο οποίος είχε βοηθήσει στον να επισκευαστεί η βάρκα. Τούτο, διότι όσοι θεωρούνταν οι πλέον αδύναμοι έπρεπε να αδειάσουν τον χώρο!
Φυσικά και έγινε αυτό και κάποιες τραγικές ιστορίες επίσης πλέχτηκαν, όπως και τις προηγούμενες φορές.
Στο τέλος επέζησαν συνολικά εξήντα άνθρωποι.
Σκεφτείτε τώρα την ψυχολογία εκείνων, οι οποίοι επέλεξαν τον Ινδό για καπετάνιο και ορκίστηκαν υπακοή και μετά από δευτερόλεπτα αυτός τους διέταξε να πέσουν στο νερό για να σωθούν οι υπόλοιποι.
Δεν θα σχολιάσω την συμπεριφορά των αξιωματούχων, οι οποίοι αμέσως εγκατέλειψαν τα πόστα τους, ούτε τους άλλους δύσμοιρους 400, οι οποίοι έμειναν πίσω στο μισοβυθισμένο πλοίο και χάθηκαν όλοι.
Θα σχολιάσω όμως τον Ινδό καπετάνιο της βάρκας.
Αυτό δεν είναι ηθική ούτε τακτική επιβίωσης. Είναι ύβρις έναντι της ανθρώπινης ζωής. Διότι το να επιλέξεις ποιος είναι αδύναμος ή όχι δεν διαφέρει σε τίποτα από τις αθλιότερες στιγμές της ανθρωπότητας.
Ο καπετάνιος της βάρκας παρέλαβε 90 (παραβλέπω την αθλιότητα της εγκατάλειψης των υπολοίπων) και απαίτησε να ριφθούν στην θάλασσα οι πλεονάζοντες, κατά τη γνώμη του.
Καπετάνιος επιλέχθηκε, όχι Θεός.
Και ποιος είναι αυτός, ο οποίος θα κρίνει τον αδύναμο;
Κι όμως αυτή είναι η πραγματικότητα, την οποία βιώνουμε γύρω μας. Και ακριβώς το ίδιο ναυάγιο στις ζωές μας συμβαίνει και τις ίδιες συμπεριφορές υιοθετούμε και εγκρίνουμε.
Οι εντολές στους ηγέτες δεν εμπεριέχουν όρους. Ο ηγέτης δεν επιλέγει ποιοί θα σωθούν και ποιοι όχι. Ο ηγέτης οφείλει να τους διασώσει όλους. Εάν δεν τα καταφέρει ή παραιτείται για άλλον καλύτερον του ή εάν οι συνθήκες είναι όντως υπεράνω καταστάσεων είναι ο τελευταίος, ο οποίος θα παραδώσει τα όπλα.
Οι 60 επιζήσαντες χάθηκαν το ίδιο, όπως οι υπόλοιποι 440. Είτε έζησαν είτε όχι δεν έχει καμία διαφορά.
Οι πουλημένες ψυχές δεν αξίζουν πεντάρα ούτε και στην κόλαση.