Α. Περί Υποθετικής Επένδυσης στην Ουκρανία
Β. Περί Επενδύσεων στην Ελλάδα
Γ. Περί Ακινήτων στην Ελλάδα
Δ. Πού Καταλήγουμε;
Α. Περί Υποθετικής Επένδυσης στην Ουκρανία
Αρχικά σας οφείλω μία απάντηση στο ερώτημα περί υποθετικής επένδυσης στην Ουκρανία εν καιρώ πολέμου. Εννοώ να επενδύσετε χωρίς να γνωρίζετε ούτε την εξέλιξη του πολέμου ούτε τίποτα. Όπως θα διαπιστώσετε το ερώτημα είναι γενικό και ΔΕΝ αφορά την Ουκρανία. Αντικαταστήστε τη λέξη Ουκρανία με τη Νιγηρία, για παράδειγμα και θα δείτε πως η συλλογιστική είναι μία.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να υπάρχει μία καλή πηγή πληροφόρησης στο κράτος – επενδυτικό στόχο άλλωστε θα πρέπει να υπολογιστεί ένα σημαντικό κόστος συλλογής δεδομένων και προφανώς να ορισθούν τα όρια και το είδος των κινδύνων.
Καμία μαγεία λοιπόν, καμία μυστική θεώρηση, παρά μόνον η στάθμιση του ρίσκου και η… προφητική ικανότητα! Διότι κανείς δεν μπορεί να προβλέψει επακριβώς τη συνέχεια. Εάν όμως εκτιμηθούν οι καταστάσεις και η κρίσιμη καμπή, τότε με αυτές τις αυθαίρετες παραμέτρους μπορεί κανείς να αποφασίσει.
Εάν πάντως με ερωτήσετε ή μάλλον η οφειλόμενη μου απάντηση, είναι πως ΔΕΝ θα επένδυα στην Ουκρανία. Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά γιατί δεν με ελκύει. Θα προτιμούσα μία… χειρότερη περιοχή. Εννοείται πως όταν σκέφτεσαι μία επενδυτική κίνηση το μυαλό σου είναι στραμμένο στην επόμενη ημέρα και όχι στο παρόν. Φυσικά η εσωτερική πληροφόρηση είναι καίριας σημασίας.
Και βεβαίως θα προτιμούσα περισσότερο εξωτικά μέρη. Αλλά εάν επρόκειτο να μου ανατεθεί να διερευνήσω τις δυνατότητες θα σκεφτόμουν διαφορετικά και ναι τότε θα εξέταζα αυτήν την εκδοχή, αλλά μόνον επιτοπίως.
Πριν από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων είχα διαβάσει ένα άρθρο στους The New York Times, όπου διάφοροι Ουκρανοί επαγγελματίες και επιχειρηματίες (μεσαίας κατηγορίας) θεωρούσαν πως θα είναι δυνατόν να ανταπεξέλθουν στην περίσφιξη (τότε) της Ρωσσίας και να αντιμετωπίσουν τις εξελίξεις. Το άρθρο θα ήταν πλήρες εάν σήμερα ο δημοσιογράφος αναζητούσε τους ίδιους ανθρώπους να μάθουμε πώς αντιμετωπίζουν την κατάσταση σε πραγματικές και όχι υποθετικές συνθήκες.
Δεν πρόκειται ακριβώς περί πλήρους απάντησης παρά μίας πρώτης προσέγγισης. Θα αφιερώσω ειδικό άρθρο επ΄ αυτού.
Β. Περί Επενδύσεων στην Ελλάδα
Χαριτολογώντας θα έλεγα πως είναι περισσότερο ριψοκίνδυνη μία επένδυση στην Ελλάδα παρά στην εμπόλεμη Ουκρανία. Θυμάμαι πριν από αρκετά χρόνια ένας πρόξενος της Ελλάδας σε μία ξένη χώρα αστειευόμενος μου είπε πως μόνο τρείς χώρες έχουν κομμουνισμό σήμερα (τότε): η Βόρια Κορέα, η Βενεζουέλα και η… Ελλάδα!
Δεν έσφαλε με την έννοια πως επιχειρηματικά ο μέσος (οικονομικά) επενδυτής στην Ελλάδα παίζει περίπου… Ρώσσικη ρουλέτα κι ας μην κατοικεί στο Κίεβο. Δεν το “έχει” η χώρα μας, τι να κάνουμε τώρα.
Μάλιστα θα παρατηρήσετε πως πλέον οι κυβερνήσεις, οι οποίες κατά κανόνα και παγκοσμίως αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το χαμηλότερο δείκτη ευφυίας σε ένα κράτος, επεμβαίνουν καθορίζοντας αυθαίρετα και συνεχώς τα (υποτίθεται) επενδυτικά μοντέλα: προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης, τακτοποιήσεις, επιδοτήσεις χωρίς κανένα αξιόλογο στόχο κ.ο.κ. Και φυσικά ασφυκτικό περιβάλλον-εκτός από τις μεγάλες επιχειρήσεις-, οι οποίες κατά κάποιον τρόπο δέχονται να πληρώνουν περισσότερο φόρο, ώστε να εξασφαλίζονται τα επιδόματα και η έλλειψη πιθανών ανταγωνιστών. Οι Ευρωπαϊκές (και όχι μόνον η Ελληνική) κυβερνήσεις λειτουργούν εν είδει “προστατών” για να χρησιμοποιήσω μία πολιτικά ορθή λέξη (νταβατζήδες είναι η σωστή).
Το χειρότερο όμως από όλα είναι τα περιθώρια κέρδους. Όσο ακριβότερο το προϊόν, τόσο υψηλότερο το κέρδος. Οι μεσαίοι κάθε είδους στοιβάζονται ανταγωνιζόμενοι ο ένας τον άλλον με κανιβαλιστικές διαθέσεις.
Οι φερέλπιδες επενδυτές των 100-400/500 χιλιάδων ευρώ στην ουσία παίζουν το κεφάλι τους.
Γ. Περί Ακινήτων στην Ελλάδα
Κυριαρχούν οι τάσεις. Ακούγεται μία μαγική λέξη και όλοι πέφτουν με τα μούτρα εκεί: video-clubs στο μακρινό 80, φωτοβολταϊκά, καφέ παντού ακόμα και στην κορυφή του Χελμού, εργολαβίες πολυκατοικιών σωρηδόν παλαιότερα και ΚΥΡΙΩΣ τουρισμός!
Όλες αυτές οι επενδύσεις έχουν στόχο το πλήθος των ανθρώπων, οι οποίοι πρόθυμα θα τις αγοράσουν. Τουρισμός χωρίς… τουρίστες δεν υφίσταται. Αλλά δεν αρκεί αυτό. Ή μάλλον αρκεί εάν υπάρχει διαθέσιμο κοινό με… χρήματα!
Προσέξτε πως αναπτύσσονται πολλές πλατφόρμες, οι οποίες απλώς εξυπηρετούν το πλήθος. Διανομές φαγητών, αγορές πωλήσεις κατοικιών, γνωριμιών, προϊόντων και κοινωνικών μέσων αλλά όλα αυτά δεν είναι παρά επιχειρήσεις διευκόλυνσης. Δεν είναι αρνητικό –κάθε άλλο- αλλά το προϊόν τους είναι οι “ροές”. Ό,τι περίπου κάνουν τα αρδευτικά αυλάκια σε μία περιοχή. Διευκολύνουν την άρδευση, αλλά η πραγματική παραγωγή είναι στις καλλιέργειες, οι οποίες με τη σειρά τους δεν θα ευδοκιμούσαν εάν δεν αρδεύονταν!
Άλλο λοιπόν ευκολία διανομής και άλλο παραγωγής. Με τον τουρισμό ουσιαστικά “διανέμουμε” ήλιο και θάλασσα μέσω μίας συσκευασίας, η οποία μπορεί να ονομάζεται πέτρινα εξοχικά, ξενοδοχεία, ταβέρνες, ξαπλώστρες. Ας μην το ξεχνάμε αυτό και δεν το γράφω υποτιμητικά. Άλλο ο εφοπλιστής και άλλο το ναυπηγείο και ας μην υπεισέλθουμε στη συζήτηση εάν μπορεί να υπάρχει ο ένας δίχως τον άλλον.
Δ. Πού Καταλήγουμε;
Δεν είμαι σίγουρος. Είναι αρκετά δύσκολο να έχεις υψηλές αποδόσεις και σύντομη περίοδο απόσβεσης. Στις περισσότερες περιπτώσεις εγκλωβίζεσαι σε μία επένδυση, η οποία είναι αυτό, το οποίο λέμε “μπες ψυχή – βγες ψυχή”. Κάνετε έναν υπολογισμό και θα το διαπιστώσετε. Αγοράζεις ένα οικόπεδο προκειμένου να κτίσεις για να ενοικιάσεις ή να το προωθήσεις στην αγορά. Εάν τα υπολογίσετε αριθμητικά θα δείτε πως είναι μία ή άλλη συν τους κινδύνους και την απαιτούμενη προσπάθεια. Και αυτό ισχύει σε πάρα πολλές μορφές επιχειρηματικών κινήσεων. Ίσως κάποιοι έχουν μια ιδιαίτερη ικανότητα και αυτό είναι σπουδαίο προσόν, δεν το έχουν όμως πολλοί.
Αλλά πού καταλήγουμε;
Δεν γνωρίζω πολλά ούτε είμαι ειδικός σε κάθε μορφή επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ένα όμως έχω να γράψω:
Οτιδήποτε κινείται στη λογική της μαζικής (αγελαίας) δράσης θα το θεωρήσω εσφαλμένο. Οτιδήποτε εστιάζει στην επίλυση πολύ δύσκολων προβλημάτων θα το θεωρήσω εγγενώς (πάρα) πολύ ελπιδοφόρο.
Ως εκ τούτου ξεχνάμε την περιρρέουσα (και εν πολλοίς κατευθυνόμενη) ατμόσφαιρα και εστιάζουμε μόνο στο να εντοπίσουμε τα δυσκολότερα (όποια) προβλήματα. Και φυσικά να επενδύσουμε στις λύσεις τους.
Εκεί είναι το κέρδος και ξεχάστε ό,τι γνωρίζατε. Δεν είναι θέμα επενδύσεων, αλλά αλλαγής ρυθμίσεων και στάσης του μυαλού.