Τον Δημ. Κοντομηνά ποτέ μου δεν τον συνάντησα ούτε τον γνώρισα προσωπικά. Ωστόσο έχω ένα περιστατικό να σας διηγηθώ. Όταν επέστρεψα από τις μεταπτυχιακές μου από τις Η.Π.Α. και ολοκλήρωσα τη θητεία μου στον Ε.Σ. άνοιξα αμέσως γραφείο. Ωστόσο επηρεασμένος εντόνως από το Αμερικανικό στοιχείο και τον τρόπο με τον οποίον κινούνταν εκεί τα πράγματα, μου φάνηκε πως εδώ επέστρεψα σε μία άλλη εποχή. Θα σημειώσω ωστόσο πως από πλευράς σπουδών το Πολυτεχνείο Πατρών ήταν κλάσεις ανώτερο ακόμα και από το εκεί Πανεπιστήμιο, το οποίο είναι και από τα κορυφαία των Η.Π.Α. και μην σας φαίνεται παράξενο.
Όπως και να έχει το ζήτημα εμένα μου κακοφάνηκε το εργασιακό περιβάλλον. Δεν αναφέρομαι τόσο σε ζητήματα τεχνολογίας, αλλά κυρίως νοοτροπίας και δε νομίζω πως άλλαξαν και πολλά από τότε. Ένα άριστα σχεδιασμένο περιβάλλον, όπως μίας… αφανούς εταιρείας, προορισμένο να εξυπηρετεί τα συμφέροντα όσων συμμετείχαν.
Εκεί λοιπόν στο μεταίχμιο των καταστάσεων και τον προβληματισμό μου για τις επόμενες κινήσεις μου, αναρωτιόμουν εάν θα έπρεπε να επιστρέψω στις Η.Π.Α. Το Πανεπιστήμιο είχε ανοιχτή τη θέση μου και μου απάντησαν θετικά πώς εάν επιθυμώ μετά χαράς τους με δέχονταν. Αλλά και πάλι κάτι δεν μου πήγαινε καλά.
Επειδή τότε είχα εμπλακεί ολίγον με τα ασφαλιστικά θέματα και είχα μία γενική εικόνα του χώρου σκέφτηκα να απευθυνθώ σε κάποιον, ο οποίος είχε μία μεγάλη επιρροή στον τομέα αυτόν και άκουγα και κάποια θετικά σχόλια. Έγραψα λοιπόν μία επιστολή στον Κοντομηνά. Πάντα προτιμούσα το γραπτό λόγο και για κάποιον αόριστο λόγο μου φαινόταν πως αυτός θα ήταν κατάλληλος να μου δώσει μία συμβουλή στο ερώτημα, εάν θα ήταν καλύτερα να επιστρέψω στην προηγμένη Αμερική ή να παραμείνω στην… καθυστερημένη Ελλάδα.
Δεν πέρασε λίγος καιρός και όντως έλαβα μία πολύ θερμή προσωπική επιστολή (ήταν ξεκάθαρο αυτό και δυστυχώς ενώ την πρόσεχα, κάπου παράπεσε και δεν μπορώ ακόμα να την εντοπίσω) από τον ίδιον τον Κοντομηνά και όχι κάποια τυπική απαντητική φόρμα, ο οποίος μου περιέγραφε το δικό του επιχειρηματικό σκεπτικό για να καταλήξει:
“Τεύκρο, εάν ήταν να ξεκινήσω τις δραστηριότητές μου και πάλι από την Ελλάδα θα άρχιζα”! και με προέτρεψε να αξιοποιήσω τα δεδομένα της χώρας μας, ασχέτως εάν ήταν καλά ή άσχημα (προσέξτε: τα δεδομένα έγραφε δεν έκρινε το είδος τους)!
Αυτό ήταν! Έλαβα αμέσως την απόφασή μου. Και ενώ μόνο ανθόσπαρτος δεν είναι ο βίος μου εδώ, κοντά σκέτο μαρτύριο πολλές φορές, δεν το μετάνιωσα ούτε στιγμή. Γιατί;
Διότι απλούστατα εδώ είναι η Πατρίδα μου και ποτέ κανένας δεν θα τολμήσει να μου φωνάξει: “if you don’t like go Home!” (εάν δεν σου αρέσει πήγαινε στην Πατρίδα σου), όπως είχα ακούσει μερικές φορές κριτικάροντας τα ξένα μέρη στα οποία ήμουν. Πέραν του ότι δεν μπορώ να διανοηθώ να χάσω το δικαίωμα της ανεξάρτητης και ελεύθερης γνώμης μου (και σε όποιο καθεστώς εδώ) κάτι μη αυτονόητο σε ξένους τόπους.
Και κάτι ακόμα! Επειδή γνωρίζω πόσο δύσκολα είναι και πως η Ελληνική κοινωνία είναι μία κοινωνία με τα δικά της χαρακτηριστικά, τα οποία πολλές φορές δυσκολεύεσαι είτε να τα κατανοήσεις είτε να τα αποδεχθείς και να προσαρμοστείς, μη διστάσετε να τολμήσετε να δηλώστε σε όσες και όσους σας κάνουν τη ζωή δύσκολη “If you don’t like us YOU go away!”, (εάν δεν σου αρέσουμε φύγε ΕΣΥ) και προσθέτω για να σου κάνουμε εμείς τη ζωή δύσκολη! Σωστό ή λάθος αυτό πίστευα και πιστεύω.
Αυτά, εν είδει άτυπου προσωπικού μνημοσύνου για έναν άνθρωπο με τον οποίον μας συνέδεσε κάποτε μία επιστολή και μία (δική μου) απόφαση.