Πριν από έναν μήνα χρειάστηκε να γίνει μία μεταφορά ενός ογκώδους αντικειμένου σε κάποιον χώρο. Ένας άνθρωπος δεν ήταν δυνατόν να σηκώσει το βάρος του, αλλά χρειαζόταν και προσοχή λόγω του μεγέθους του.
Ήλθε η μεταφορική εταιρία με το φορτηγάκι, ο ένας ο chief (αρχηγός) περίμενε στη θέση οδήγησης, ενώ κατέβηκαν δύο, ένα νέο παιδί γύρω στα 25 έως 27 και ένας αρκετά μεγαλύτερος γύρω στα 55 έως 60.
Η πόρτα ήταν οριακά σε πλάτος για το μέγεθος του αντικειμένου. Ο μεγαλύτερος κρατούσε το αντικείμενο και θα προχωρούσε πρώτος στην είσοδο. Ο μικρότερος έβλεπε και καθοδηγούσε –και ήταν και εμφανώς σε καλύτερη φυσική κατάσταση-. Και τότε τον ακούω να λέει:
“Προσέξτε Κύριε Χ (και ανέφερε το μικρό του όνομα) τα δάχτυλά σας”
Όπως παρατηρούσα ήταν φανερό πως δεν ήταν μία αδιάφορη, τυπική προειδοποίηση. Λέχθηκε με σεβασμό λόγω της διαφοράς ηλικίας και με πραγματικό ενδιαφέρον. Όντως τακτοποιήθηκαν όλα στη θέση τους και αναχώρησαν για την επόμενη διανομή.
Σκεφτόμουν…
Πώς είδα τους ανθρώπους αυτούς και τι ήταν για εμένα; Ήταν η… “μεταφορική” εταιρεία. Την ώρα εκείνη, το μόνο, το οποίο με απασχολούσε ήταν πως θα μεταφερθεί με ασφάλεια το αντικείμενο στον συγκεκριμένο χώρο. Δεν “έβλεπα” ανθρώπους, αλλά μόνο μία διαδικασία. Ούτε θυμάμαι τα πρόσωπά τους καλά΄-καλά, απλώς λόγω της εγγενούς παρατηρητικότητάς μου εισέπραξα το feeling (την αίσθηση).
Και αμέσως μετά σκέφτηκα πως θα μπορούσα να ήμουν εγώ στη θέση του μεγαλύτερου· η ζωή εξ΄ άλλου με έχει διδάξει πως οι ανατροπές είναι σχεδόν δεδομένες και πως ποτέ δεν μπορείς να γνωρίζεις την επόμενη ημέρα σου. Τι θα έβλεπε ένας ανάλογος πελάτης; Πάλι μία διαδικασία. Εάν μπορούσα να του μιλήσω ίσως αναπτύσσαμε μία ενδιαφέρουσα συζήτηση. Αλλά όχι! Δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ αυτό. Θα ήμουν απλά ο μεταφορέας (τελευταίος τη τάξει ουσιαστικά) και βεβαίως το αφεντικό παραδίπλα, θα σκεφτόταν πως πρέπει να διεκπεραιώσει και τις υπόλοιπες παραδόσεις. Παρεμπιπτόντως το κλίμα ήταν πολύ καλό μεταξύ τους και καμία ένταση, καμία πίεση, η δουλειά όμως να γίνει με τον ομαλότερο τρόπο.
Κι εκείνο λοιπόν το παιδί τι όνειρα να είχε; Τι μπορεί να σκεφτόταν; Το μεροκάματο μόνο, τις συνθήκες της ζωής του, οι οποίες τον οδήγησαν στο να μεταφέρει αντικείμενα ή μήπως σπούδαζε και ήθελε να πραγματοποιήσει τους στόχους του; Ίσως να τραγουδούσε και κάπου. Ή τίποτα από τα προηγούμενα; Όλα άγνωστα για πάντα για εμένα.
Ή μήπως ο περίπου συνομήλικός μου μετέφερε αντικείμενα γιατί το ήθελε; Θα μπορούσε να ήταν αυτό εξ΄ αρχής, αλλά θα μπορούσε να κρύβεται πίσω του μια “χαμένη” ζωή και πλέον δεν είχε δυνάμεις για περισσότερα. Αυτό φάνηκε από την προτροπή του νεαρού να προσέξει τα δάχτυλα του, άρα δεν ήταν στην αυτονόητη κατάσταση προσοχής. Κάπου θα πετούσε το μυαλό του.
Και ο οδηγός, το “αφεντικό” φαινόταν μεν πιο άνετος, αλλά στη μικρή συζήτησή μας μετά την “αποστολή” του, κατάλαβα πως μόνο ρόδινα δεν ήταν και γι΄ αυτόν τα πράγματα.
Τι είδα; Τι κατάλαβα; Ουσιαστικά τίποτα. Πέρασαν από εμπρός μου τρεις άνθρωποι και το νου μου τον είχα στην μεταφορά και όχι στους ανθρώπους. Εάν αύριο, εντελώς υποθετικά, ο νεαρός εξελιχθεί σε κάτι σημαντικό σε κάποιον τομέα και με κάποιον μεταφυσικό τρόπο μάθαινα πως ήταν αυτός, ο οποίος μετέφερε το αντικείμενο, τι θα σκεφτόμουν; Ή εάν ο οδηγός –αφεντικό εξελισσόταν σε κάποιον μεγαλο-επιχειρηματία; Ή εάν ο μεγαλύτερος στην ηλικία είχε ένα παιδί, το οποίο θα διέπρεπε κάπου στο μέλλον; (Αόριστες υποθέσεις, χωρίς λογική). Αλλά τι θα σκεφτόμουν και πάλι;
Και ίσως μαθαίνοντας την εξέλιξη κάποιων ο φθόνος κυριαρχούσε μέσα μου πως τα κατάφεραν ενώ εγώ όχι; Τι θα σκεφτόμουν;
Πως ίσως πέρασαν δίπλα μου και ΔΕΝ τους είδα; Ε;
Κάθε ημέρα συμβαίνει αυτό με όλους μας, διότι ξεχάσαμε να “βλέπουμε” συνανθρώπους μας, αλλά μόνον διαδικασίες, αποτελέσματα και νούμερα.
Μην παραπονιέσαι λοιπόν πως η τύχη δεν σε επισκέφθηκε. Ίσως πέρασε δίπλα σου αλλά δεν την “είδες”, διότι έβλεπες όλα τα υπόλοιπα εκτός από ΑΥΤΟ, το οποίο έπρεπε!