Ξαφνικά μύρισα τον απογευματινό αέρα. Μου φάνηκε πως σήμερα ήταν ο αέρας της άνοιξης. Αποφάσισα να περπατήσω και άθελά μου έφερα στο νου μου ένα σπουδαίο ρεπορτάζ του Ρίτσαρντ Χάρντινγκ Ντέιβις από τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897.
Ο Αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος κάλυπτε την πολιορκία της Πρέβεζας τον Απρίλιο του ίδιου έτους. Και του φαινόταν τόσο δύσκολο να πιστέψει πώς γινόταν πόλεμος σε ένα τόσο όμορφο τμήμα της Ελλάδος. Πώς μέσα σε ένα τόσο όμορφο τοπίο, οι άνθρωποι μπορούσαν να παίζουν έναν τόσο τραγικό ρόλο.
Περπάτησα δίπλα στην παραλία. Ήταν η ώρα του δειλινού. Πάντα η δύση του ηλίου σου δημιουργεί μία κάποια θλίψη. Πώς είναι δυνατόν μέσα σε ένα τόσο όμορφο τοπίο (αντιγράφω τον Ντέιβις) να είναι δυνατόν να φωλιάζει τόση θλίψη; Όπως και στον πόλεμο πολλοί δεν θα δουν αυτό το τοπίο. Άλλοι θα το βλέπουν και θα είναι εντελώς διαφορετικό, γεμάτο από τις μνήμες του πολέμου. Και ποιος είναι ο “πόλεμος” στη σύγχρονη Ελλάδα;
Ένας πόλεμος όμως μέσα στην τόσο μεγάλη δυστυχία, την οποίαν προκαλεί δεν πρέπει να φέρνει ούτε μίσος ούτε οργή. Αυτά είναι δεσμευμένα για εκείνους, οι οποίοι χάθηκαν ή έχασαν δικούς τους ανθρώπους. Άλλωστε αυτό θα κατευθυνθεί στους εαυτούς τους ενώ δεν έχουν το δικαίωμα και θα προκαλέσει ακόμα περισσότερη δυστυχία· και δεν θα αξίζει.
Λένε πώς άλλο το δάκρυ της μάνας του νεκρού και άλλο της μάνας του δολοφόνου. Διότι ο πρώτος δεν υπάρχει, ενώ ο άλλος ζει.
Τι σκέφτομαι…
Ναι δεν έχω δικαίωμα να προσβάλω αυτό το τοπίο… Κι αφού αυτό είναι δεδομένο πρέπει ΕΓΩ να αλλάξω προς το καλύτερο για να μπορούν να το απολαμβάνουν περισσότεροι.
Τελικά ήταν ένα όμορφο θλιβερό απόγευμα…